Σύγχρονες θεολογικές απόψεις για την Πτώση του ανθρώπου

1. Η συμβολική ερμηνεία (Symbolic interpretation)

Σύμφωνα με αυτήν την ερμηνεία η πτώση του ανθρώπου είναι ένας αρχετυπικός μύθος. Αναπαριστά την υπαρκτική περιπέτεια του ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου, της κάθε εποχής, ενός ανθρώπου προικισμένου με χάρισμα της ελευθερίας του. Είμαστε ο Αδάμ και η Εύα. Είναι η ιστορία του καθενός από εμάς. Βιώνουμε αυτή την ιστορία κατά κάποιο τρόπο κάθε μέρα σε κάθε εποχή. Ο άνθρωπος πέφτει κάθε στιγμή όταν έρχεται σε ρήξη της σχέσης του με τον Θεό αλλά και με τους άλλους ανθρώπους.
Είναι μια κατάσταση αποξένωσης και αυτοκαταστροφής. Αισθανόμαστε φορτισμένοι με προσωπική ενοχή και βιώνουμε τις τραγικές συνέπειες της ύπαρξης. Αλλά ταυτόχρονα ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να υπερβεί τους δεδομένους περιορισμούς της κτιστής φύσης του και να πραγματώσει το καθ’ ομοίωση με τον δημιουργό του. Επιτυγχάνοντας ή αποτυγχάνοντας να κατορθώσει την ελευθερία του από τους περιορισμούς της κτιστότητας γεύεται εκ πείρας ο άνθρωπος τον καρπό
«του γινώσκειν καλόν και πονηρόν».

«Και τάχα ξύλον είναι γνωστόν καλού και πονηρού την φαινομενην κτισιν ειπων τις, ουχ αμαρτήσει της αλήθειας… (ουτινος ξύλου) εσθιων αεί ( ο άνθρωπος) … δια της πείρας έχει την Γνώσιν»

                                     Μάξιμου του Ομολογητού, προς θαλάσσιον, περί διαφόρων απόρων

                                                                               

2. Η πτώση ως απόσταση από την υπαρκτική τελειότητα (existential interpretation)

Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία η «πτώση» δεν αποτελεί κάποια μετάβαση από ένα πληρέστερο σε ένα ελλιπέστερο τρόπο υπάρξεως αλλά μια διαφορά απόστασης από το πλήρωμα της ζωής-ως-σχέσης.

Ο άνθρωπος βρίσκεται στην κορυφή της εξελικτικής πυραμίδας της ζωής και αυτό τον καθιστά να είναι μόνο το τελειότερο όν της δημιουργίας αλλά ταυτόχρονα και το ατελέστερο επειδή είναι το μόνο δημιούργημα που έχει επίγνωση της ατέλειας του. Η ατέλεια αυτή συνίσταται στην φθορά και τον θάνατο, δύο χαρακτηριστικά τα οποία τον διαφοροποιούν από το άκτιστο. Ιδιαίτερα, η συναίσθηση του υπαρκτικού του τέλους τον γεμίζει με μια αβάστακτη θλίψη. Μια έντονη επιθυμία για αιώνια ζωή τον κατακλύζει (ένστικτο της αυτοσυντήρησης). Γνωρίζει ότι είναι προορισμένος για δικαιοσύνη και όχι για αμαρτία, για δόξα και όχι για θάνατο. Επιδεικνύει προσδοκίες προς μια τελειότητα που δεν έχει ακόμη επιτευχθεί, μια δυνατότητα που δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί. Ο άνθρωπος βρίσκεται υπαρξιακά διχασμένος μεταξύ αυτού που θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι και αυτού που πραγματικά είναι. Ο μύθος της Εδέμ έχει να κάνει με αυτό το δίλημμα. Η «αμαρτία» είναι ακριβώς αυτό το έλλειμμα, το στέρημα από τις προσδοκίες του για τον εαυτό του, είναι η αποτυχία του ανθρώπου να γίνει αυτό που ο Θεός τον προόρισε να γίνει. Συχνά, όπως περιγράφεται στην ψυχολογία, σε μια έντονη επιθυμία ο άνθρωπος αυθυποβάλλεται, εκλαμβάνει το επιθυμητό φαντασιώδες σαν πραγματικό και τον κάνει να πιστεύει ότι είχε την τελειότητα και την απώλεσε λόγω κάποιας παράβασης στην εντολή του Θεού. Έτσι γεννιέται η ενοχή από την οποία ζητά λύτρωση. Όπως αναλύεται από τον Χρ. Γιανναρά

«Γιατί οι ψυχικοί μηχανισμοί του ανθρώπου της πτώσης χρειάζονται ακόμα και την ενοχή και συχνά την προκαλούν, προκειμένου να κατορθώσουν μέσα από μια αντικειμενική και αδιαμφισβήτητη «εξαγορά» την εγωκεντρική ικανοποίηση της ατομικής «δικαίωσης». το σχήμα «ενοχή-εξαγορά-δικαίωση» είναι τυπικό σύμπτωμα κάθε «φυσικής θρησκείας», έκφραση του α νθρώπινου ψυχισμού πού αρνείται να παραιτηθεί από την ατομοκεντρική εκδοχή της ύπαρξης και ζητάει να νικήσει το θάνατο με τα δικά του αξιόμισθα κατορθώματα, έστω ενισχυμένα απο την ανταλλακτική αξία κάποιου υπερβατικού «λύτρου»

3. Η βιολογική ερμηνεία (Biological interpretation)

Εδώ η πτώση μυθοποιεί την εξελικτική μετάβαση του ανθρώπου από το ζώο στο λογικό όν ως συνέπεια της εμφάνισης της αυτοσυνείδησης και της επίγνωση της παρουσίας του Θεού (homo divinus) .

Κάποια στιγμή της εξελικτικής του πορείας ο άνθρωπος διαβαίνει ένα κατώφλι. Πριν από αυτό το ζώο λειτουργούσε σύμφωνα με τα βασικά του ένστικτα: Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της σεξουαλικής ηδονής και της κυριαρχίας. Ο πρωτάνθρωπος βιώνει μια κατάσταση αθωότητας στο βαθμό που τα πάντα ξεδιπλώνονται σε αρμονία με τη φύση. Η Εδέμ είναι η ασυνείδητη ευδαιμονία που ο άνθρωπος βιώνει πριν συνειδητοποιήσει τη διαφορά μεταξύ καλού και κακού. Τα πάντα λειτουργούσαν μέσα στην τροφική αλυσίδα. Ο νόμος της επιβίωσης καθόριζε τα πάντα για το ζωικό βασίλειο συμπεριλαμβανομένου και του πρωτανθρώπου. Ο δυνατότερος σκοτώνει τον πιο αδύνατο χωρίς να αμαρτάνει. Δεν υπήρχε τίποτε αμαρτωλό για τα ζώα.

 

Το κακό και η αμαρτία μπήκαν στον κόσμο με την άνοδο της αυτοσυνείδησης και της ελευθερίας που την συνοδεύει. Ο άνθρωπος είναι πλέον ελεύθερος να επιλέξει και αυτό τον καθιστά αθώο ή αμαρτωλό. Δεν είναι η πράξη που καθιστά αμαρτωλό κάτι, είναι η άσκηση της ελευθερίας. Το ζώο δεν έχει ελευθερία. Ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του αμαρτάνει ή δεν αμαρτάνει. Τα ζώα μπορεί να κάνουν τις ίδιες πράξεις που χαρακτηρίζονται αμαρτωλές για έναν άνθρωπο αλλά δεν είναι αμαρτωλές για αυτά. Μετά την πτώση, το σωστό για τα ζώα δεν είναι πλέον σωστό για τον άνθρωπο. Με την ανάπτυξη της αυτοσυνείδησης και της ελευθερίας, το ανθρώπινο ζώο δεν είναι πλέον αθώο στην προσπάθειά του να επιβιώσει. Επειδή τώρα υπάρχει η πρόσθετη δυνατότητα να αναγνωρίσει στον εαυτό του τον άλλο ο οποίος έχει το ίδιο δικαίωμα για επιβίωση όπως και αυτός.

Η βιολογική ερμηνεία βλέπει το προπατορικό αμάρτημα ως τίποτα περισσότερο από βιολογικά κληρονομικές τάσεις, όπως η επιθετικότητα και ο εγωισμός, που βοηθούν τον άνθρωπο να επιβιώσει. Ο άνθρωπος κληρονομεί από τους προγόνους του τις τάσεις-ροπές που επέτρεψαν στους προγόνους του να επιβιώσουν και οι τάσεις αυτές ήταν ισχυρές. Έτσι η αμαρτία πλέον μπαίνει στην ζωή του ανθρώπου και η συμπεριφορά του αποτελεί την συμβίωση γονιδίων και καλλιέργειας –παιδείας (πολιτισμού). Λόγω και των δύο, των γονιδίων μας και του κοινωνικού περιβάλλοντος, όλοι αρχίζουμε τη ζωή μας σε αυτόν τον λανθασμένο δρόμο, μακριά από τον Θεό μέσα μας έχοντας χάσει τον στόχο. Είναι γεγονός, ότι το γενετικό μας προφίλ μας προδιαθέτει προς μια εγωιστική συμπεριφορά αλλά δεν μας εξαναγκάζει να το κάνουμε. Από την άλλη μεριά, το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε αυξάνουν αυτές τις ροπές. Έτσι κάθε γενιά φυλακίζεται από τις τάσεις και τις εμπειρίες των προκατόχων της. Συνεπώς, γεννιόμαστε με το φορτίο των φόβων και απογοητεύσεων του παρελθόντος.

Είναι πλέον σαφές ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για αμαρτία αφού η ανθρώπινη ιστορία , κατά κάποιο τρόπο, φαίνεται να είναι θέμα πολιτιστικής και ηθικής βελτίωσης αντί να αντανακλά «μια πεσμένη” κατάσταση. Δεν δημιουργηθήκαμε τέλειοι. Φαίνεται ότι είμαστε τελειοποιούμενα θηρία μάλλον και όχι εκπεσώντες άγγελοι – εξελισσόμενοι από μια χωρίς ηθική κατάσταση αθώα κατάσταση σε μια κατάσταση με την ικανότητα επιλογής μεταξύ του καλού και κακού. Εφόσον δεν ήμασταν ποτέ τέλειοι, δεν μπορούσαμε να πέσουμε στην αμαρτία. Δεδομένου ότι δεν μπορούσαμε να πέσουμε στην αμαρτία, η σωτηρία δεν έχει κανένα περιεχόμενο. Επομένως δεν μπορούμε να αποκατασταθούμε σε μια κατάσταση στην οποία ποτέ δεν βρισκόμασταν.

Ο άνθρωπος έχοντας διαβεί το όριο της αθωότητας μπαίνει πλέον σε μια πορεία την οποία ο θεός ήθελε να ακολουθήσει, ένα μονοπάτι στο οποίο θα ωρίμαζε πνευματικά με σκοπό να επιτύχουν το «καθ’ ομοίωση». Το θείο έργο αφήνεται τώρα στις ευκαιρίες και τους κινδύνους του μεγάλου εγχειρήματος και η έκβαση του ταλαντεύεται στην πλάστιγγα. Τώρα η ίδια η ζωή περιέρχεται στα χέρια του ανθρώπου. Ο Θεός παρακολουθεί έκτοτε τον άνθρωπο στις πράξεις του με κομμένη την ανάσα και αγωνιά γι’αυτόν. Ελπίζει, χαίρεται ή λυπάται, ευχαριστείται ή απογοητεύεται, σαν ένας πραγματικός πατέρας, παρεμβαίνει σε ελάχιστες στιγμές στα δρώμενα του παγκόσμιου θεάτρου και περιμένει να κάνει αισθητή την παρουσία του την κατάλληλη στιγμή μέσω του Υιού Του.

4. Η πτώση ως ένα αναγκαίο στάδιο της εξέλιξης

Μεταξύ των πιο ευρέως αποδεκτών απόψεων είναι αυτή που θεωρεί το προπατορικό αμάρτημα ως απαραίτητο στάδιο της εξέλιξης. Αναπτύχθηκε από τον κορυφαίο φιλόσοφο και θεολόγο του 20ου αιώνα P. Tillich (4) και θεωρεί ότι η πτώση ήταν απαραίτητη για την ανάπτυξη της ανθρωπότητας.

α. Απο την ονειρική αθωότητα στην αυτοσυνειδησία

Για τον Paul Tillich η πτώση είναι ένα σύμβολο της ανθρώπινης κατάστασης, όχι μια ιστορία ενός γεγονότος που συνέβη «μια φορά κι έναν καιρό». Δεν υπήρχε τόπος που να ονομάζεται Εδέμ, ούτε ιστορικός Αδάμ, ούτε Εύα, κανένα δέντρο στο μέσον του κήπου και κανένας απαγορευμένος καρπός. Όλα αποτελούν εικόνες και συμβολισμοί. Ο Paul Tillich συγκεκριμένα θεωρεί ότι η πτώση αντιπροσωπεύει μια «πτώση από την κατάσταση της ονειρικής αθωότητας στην αυτοσυνειδησία. Ονειρική είναι μια κατάσταση του νου που είναι πραγματική και μη πραγματική ταυτόχρονα – απλή δυνατότητα. Τη στιγμή της αφύπνισης, οι εικόνες ενός ονείρου εξαφανίζονται ως εικόνες και επιστρέφουν ως πραγματικότητα. Η λέξη «αθωότητα» έχει τρεις σημασίες. Σημαίνει έλλειψη πραγματικής εμπειρίας, έλλειψη προσωπικής ευθύνης και έλλειψη ενοχής. Η Εδέμ είναι η κατάσταση της ονειρικής αθωότητας. Συμβολίζει την προϊστορική κατάσταση του ανθρώπου. Ήταν μια χρυσή εποχή αθωότητας και αρμονίας. Ήμασταν τότε ένα με τη φύση και σε κοινωνία με τον Θεό.

Η συνέπεια της αποκτηθείσας συνείδησης του εαυτού μας ήταν η τάση να τοποθετηθούμε στο εγωιστικό κέντρο του σύμπαντος την συνείδησης μας. Έτσι ο άνθρωπος καθίσταται ένα «υποκείμενο» και βιώνει τον εαυτό του και τους άλλους ως αντικείμενα από τα οποία αποξενώνεται. Βιώνει αυτήν την αποξένωση σε διάφορα επίπεδα: ως απομάκρυνση του εαυτού τους από τον ίδιο εαυτό, από τους άλλους, από τη φύση και από τον Θεό. Η ανθρώπινη φύση υφίσταται μια αλλοίωση με την πτώση. Η εικόνα του Θεού η αποτυπωμένη στη φύση του ανθρώπου, δηλαδή ο προσωπικός τρόπος της υπάρξεως ο τρόπος της Τριάδας αλλοιώνεται. Ιδιαίτερα αυτή η κατάσταση περιγράφεται στην Γένεση με την γυμνότητα και την ντροπή την οποία βιώνει ο άνθρωπος μετά την πτώση.

« και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί των δυο, και έγνωσαν οτι γυμνοί ήσαν »

                                                                                                                                                                 (Γεν. 3:7)

  Ο Jean-Paul Sartre εύστοχα αποδίδει αυτήν την αίσθηση της γυμνότητας του ως ένα επακόλουθο της «πτώσης», πτώσης στην αντικειμενοποίηση που του επιβάλλει «το βλέμμα του άλλου» (5) . Κάτω από το βλέμμα του άλλου γινόμαστε μια αδιαφοροποίητη μονάδα, δεν είμαι πλέον ένα υποκείμενο αλλά ένα ουδέτερο αντικείμενο. Τι σημαίνει ότι το βλέμμα του άλλου με αντικειμενοποιεί; σημαίνει ότι με κάνει αντικείμενο της επιθυμίας του που προσφέρεται για χρήση, όχι για σχέση. Είναι η επίγνωση ότι το βλέμμα του άλλου πού πέφτει επάνω μου, δεν είναι το βλέμμα του αγαπημένου, του ανθρώπου πού με αγαπάει, πού τον εμπιστεύομαι. Είναι το βλέμμα ενός ξένου- δεν με κοιτάζει με αγάπη, αλλά με βλέπει σαν αντικείμενο της δικής του μόνο επιθυμίας και ηδονής. Η αίσθηση της γύμνιας μου είναι η ρήξη της σχέσης. Ο άλλος αποτελεί για μένα μια απειλή και αισθάνομαι την ανάγκη να αμυνθώ σ’ αυτή την απειλή. Και αμύνομαι με την ντροπή. Ντύνομαι, για να περισώσω την ταυτότητα μου, να μην γίνω αντικείμενο ηδονής.

β. Η θνητότητα ως συνέπεια της αυτοσυνειδησίας

AdobeStock_218181180-1200x400

Η αυτοσυνειδησία σημαίνει οτι ο άνθρωπος έχει συνείδηση της ύπαρξης του, βιώνει τον χρόνο, έχει την ικανότητα προβολής του εαυτού του στο απομακρυσμένο μέλλον ή το παρελθόν. Η προβολή ιδιαίτερα του εαυτού του στο απώτερο μέλλον τον κάνει να δει το υπαρκτικό του τέλος και αυτό φέρνει στον κόσμο αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε θνητότητα. Η αυτοσυνειδησία δεν έφερε τον βιολογικό θάνατο στον κόσμο, διότι προφανώς υπήρχε εδώ και εκατομμύρια χρόνια, αλλά επειδή οι πρόγονοι μας έγιναν αυτοσυνείδητοι, ήξεραν ότι θα πεθάνουν. Επειδή είχαν απομακρυνθεί από τον Θεό, είχαν αποξενωθεί απο Αυτόν που ήταν η ελπίδα ενός πεπρωμένου πέρα από το θάνατο. Και έτσι, η θνητότητα, που σημαίνει τη θλίψη, την ανθρώπινη θλίψη για την παροδικότητα και την φθορά αναδύθηκε στην ανθρώπινη ζωή. Βιώνουμε μια αποξένωση και άγχος, επιφορτιζόμαστε με ενοχές και τρομοκρατούμαστε από τη σκέψη του να πεθάνω.

γ. Ο ευεργετικός χαρακτήρας της πτώσης

Παρόλο που η πτώση ήταν μια τραγωδία, ήταν επίσης αναγκαία και επωφελής. ο άνθρωπος απέρριψε την ευδαιμονία της Εδέμ για να διερευνήσει το πεπρωμένο του. Επιλέγει την τραγική ζωή της γήινης ύπαρξης, προκειμένου να πραγματοποιήσει τις δυνατότητες του.

Η πτώση δεν υποβαθμίζει τον άνθρωπο, αλλά τον εξυψώνει. Δεδομένου ότι έχουμε την ελευθερία να πέσουμε, έχουμε και την ικανότητα να ξανασηκωθούμε. Η πιθανότητα του κακού είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη του καλού. Τρώγοντας τον καρπό του δέντρου της γνώσης εξορίστηκε ο άνθρωπος από τον Παράδεισο. Αλλά η γνώση είναι καλή και επιτρέπει στον άνθρωπο να ανακαλύψει το νόημα στη ζωή. Η εξορία από την Εδέμ μας επιτρέπει να επιτύχουμε μια υψηλότερη κατάσταση ύπαρξης. Δεδομένου ότι είμαστε ελεύθεροι, μπορούμε να γίνουμε δημιουργοί νέων αξιών. Είμαστε ελεύθεροι επειδή είμαστε σε θέση να συνεργαστούμε οικειοθελώς με το Θεό, να παράγουμε νέες αξίες. Είμαστε προορισμένοι να υπάρξουμε ως δημιουργοί.

Πολλές Ερμηνείες, Μόνο Μία Αλήθεια

Αυτές είναι οι κύριες ερμηνείες του αφηγήματος της Γένεσης για την πτώση, και υπάρχουν πολλές παραλλαγές μέσα σε αυτές. Οι πολλαπλές αναλύσεις όμως μπορεί να προκαλούν σύγχυση στους πιστούς. Πολλοί άνθρωποι κολλάνε στις λεπτομέρειες και χάνουν το νόημα της ιστορίας. Το αν η αφήγηση είναι ιστορική, αλληγορική ή μεταφορική δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να οδηγεί σε αντιπαράθεση. Η αλήθεια της ιστορίας είναι ότι ο Θεός ήταν πίσω από όλα αυτά. Αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία, τα υπόλοιπα είναι απλώς λεπτομέρειες.

Paul Tillich (1886- 1965) ήταν Γερμανοαμερικανός χριστιανός υπαρξιστής φιλόσοφος, θρησκευτικός σοσιαλιστής και λουθηρανός θεολόγος, ένας από τους θεολόγους με τη μεγαλύτερη επιρροή του εικοστού αιώνα που με το έργο του βοήθησε στη διαλεύκανση της πνευματικής κατάστασης της εποχής μας. Δίδαξε σε γερμανικά πανεπιστήμια πριν μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1933, όπου δίδαξε στο Union Theological Seminary, στο Harvard Divinity School και στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.

George L. Murphy. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Οχάιο το 1963 και έλαβε το διδακτορικό του στη φυσική από το Johns Hopkins το 1972 όπου δίδαξε μαθήματα επιστήμης στο κολέγιο για δώδεκα χρόνια. Χειροτονήθηκε το 1983, έχει υπηρετήσει ως πάστορας σε λουθηρανικές και επισκοπικές εκκλησίες. Το 1995 κέρδισε το βραβείο Templeton για την ανάπτυξη μαθημάτων επιστήμης-θρησκείας και περιλαμβάνεται στο “Who’s Who in Theology and Science”. Τώρα που έχει συνταξιοδοτηθεί από την κανονική ενοριακή διακονία, συνεχίζει να γράφει και να μιλά για θέματα επιστήμης και θεολογίας στο Trinity Lutheran Seminary στο Κολόμπους του Οχάιο. Έχει δημοσιεύσει έξι βιβλία και πολλά άρθρα για την πίστη και την επιστήμη και συνεχίζει να μιλά και να διευθύνει εργαστήρια σε αυτόν τον τομέα.

Παραπομπές

1. George Murphy, Cosmos in the light of the cross, σελ. 121-122

2. Φ. Ντοστογιέφσκι. Αδελφοί Καραμαζόφ

3. Το αλφαβητάρι της πίστης. Χ. Γιανναράς, σελ. 170-171

4. Paul Tillich, Systematic theology, Vol. II. University of Chicago Press, Chicago 1957, p.34-36.

5. J.-P. SARTRE, L’Être et le Néant, Μέρος Τρίτο, Κεφ. 1, § IV

Subscribe
Notify of
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments