Τι σημαίνει η πτώση των πρωτοπλάστων;
Είναι απλώς ένας μύθος;
Εισαγωγή
Σε όλη την ιστορία της εκκλησίας, υπάρχει η διαμορφωμένη άποψη εκ μέρους μιας μεγάλης μερίδας χριστιανών ότι η λίαν καλή δημιουργία του κόσμου από τον Θεό αμαυρώθηκε από την αμαρτωλή εξέγερση της ανθρωπότητας, με αποτέλεσμα τον χωρισμό μας από τον Θεό και την απαίτηση θείας παρέμβασης με το σωτήριο έργο του Χριστού.
Παράλληλα η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών τον περασμένο αιώνα έχει εγείρει μια σειρά συγκεκριμένων ερωτημάτων που αφορούν την φύση της πτώσης της ανθρωπότητας, την κληρονομικότητα του προπατορικού αμαρτήματος, και την ανθρώπινη προέλευση.
Η φύση αυτών των ερωτημάτων αφορά κύρια τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουμε τα κείμενα της Γένεσης. Αποτελεί πεποίθηση ότι οι αφηγήσεις που περιέχονται στα ένδεκα πρώτα κεφάλαια της Γενέσεως δεν αποτελούν αναφορές σε ιστορικά γεγονότα του αρχέγονου παρελθόντος, αλλά νοηματοδοτούν αλληγορικά βαθύτερες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, περιγράφουν καταστάσεις που αναφέρονται στις σχέσεις του ανθρώπου με τον θεό και επαναλαμβάνονται συνεχώς μέσα στην ιστορία. Η πτώση μεταξύ άλλων αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα και η παραδοχή της ως ένα ιστορικό γεγονός, δημιουργεί σύγχυση και αδιέξοδα που αίρονται, αν αρθεί αυτή η ιστορική και νομική εκδοχή, αν αναγνωρίσουμε τον συμβολικό-αλληγορικό χαρακτήρα της.
Η πτώση των πρωτοπλάστων
Η πτώση των πρωτοπλάστων είναι ένας όρος που περιγράφει την μετάβαση του πρώτου ζεύγους ανθρώπων από μια κατάσταση πλήρους υπακοής στον Θεό σε μια κατάσταση ανυπακοής. Πρόκειται για ένα αφήγημα που υπάρχει στα κεφάλαια 1-3 της Γένεσης.
Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα οι πρωτόπλαστοι ζούσαν σε πλήρη αρμονία σχέσης με τον Θεό στον κήπο της Εδέμ. Η κατάσταση αυτή άλλαξε όταν το φίδι έβαλε σε πειρασμό τους πρωτόπλαστους να φάνε τον καρπό από το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού που ο Θεός τους είχε απαγορεύσει. Αυτή προκάλεσε την οργή του Θεού ο οποίος τους έδιωξε από τον παράδεισο για να τους εμποδίσει να φάνε από το δένδρο της ζωής και να γίνουν αθάνατοι. Το προπατορικό αμάρτημα επηρέασε βαθειά την ανθρώπινη φύση που σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται επιβαρυμένοι με αυτό το αμάρτημα το οποίο μεταβιβάζεται από γενεά σε γενεά και από το οποίο δεν μπορούν να απαλλαγούν πάρα μόνο με την χάρη του Θεού.
Οι σημερινές θέσεις των Χριστιανικών εκκλησιών και το προπατορικό αμάρτημα
Οι απόψεις των διαφόρων χριστιανικών εκκλησιών διαφέρουν ως προς το νόημα της πτώσης και του προπατορικού αμαρτήματος. Πριν ξεκινήσουμε την προσπάθεια ερμηνείας της πτώσης κάτω από το πρίσμα της σύγχρονης επιστήμης είναι σημαντικό να παραθέσουμε αυτές τις διαφορές. Έτσι υπάρχει,
Η παραδοσιακή άποψη του Αυγουστίνου
Η Ανατολική Ορθόδοξη άποψη
Η παραδοσιακή άποψη του Αυγουστίνου αποτελεί την ιστορική ερμηνεία (Historical/ Literar interpretation) αφού όλα τα γεγονότα της αφήγησης θεωρούνται ως ιστορικά. Την έχουν υιοθετήσει η δυτική εκκλησία συμπεριλαμβανομένων και των διαμαρτυρομένων και συνοψίζεται στα ακόλουθα σημεία.
Αυγουστίνος 354-430 μ. Χ
• Ο Θεός έπλασε εξ αρχής τον κόσμο τέλειο και άφθορο.
• Ο Αδάμ και η Εύα, οι πρώτοι άνθρωποι, δημιουργήθηκαν και αυτοί τέλειοι, στον Κήπο της Εδέμ.
• Κάποια στιγμή παρακινήθηκαν από τον Σατανά, για να γευθούν το καρπό του δέντρου της γνώσης, ενάντια στην εντολή του Θεού.
• Όταν το έπραξαν εκδιώχθηκαν από τον παράδεισο και η ανυπακοή τους τιμωρήθηκε με κακουχίες στην ζωή τους και θάνατο.
• Η ενοχή τους κληρονομήθηκε στους απογόνους τους, έτσι ώστε όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται τώρα σε μια κατάσταση ενοχής, για την οποία ο θάνατος είναι η ποινή.
• Ο άνθρωπος λυτρώνεται από το βασανιστικό φορτίο του προπατορικού αμαρτήματος με την επέμβαση του Θεού. Μόνο ο ίδιος ο Θεός μπορεί να αναλάβει ακέραια την ανθρώπινη ενοχή και να πληρώσει τα «λύτρα» προκειμένου να ικανοποιηθεί η τρωθείσα θεία δικαιοσύνη και αυτό επειδή το μέγεθος της τιμωρίας είναι συνάρτηση του μεγέθους της ενοχής και η ενοχή συνάρτηση της μεγαλειότητας του προσβληθέντος. Έτσι ο Πατήρ δεν διστάζει να θυσιάσει τον Υιό με ένα βασανιστικό σταυρικό θάνατο.
Ειρηναίος 2ος/αρχές 3ου αιώνα
Η ορθόδοξη παράδοση όπως αυτή εκφράζεται από την πατερική της Ανατολής, όχι μόνο συμπορεύθηκε με την επιστήμη αλλά αποδείχθηκε και ενισχυτική στην αληθινή πρόοδο της. Εδώ υπάρχει μια διαφορετική ερμηνεία της πτώσης που βρίσκεται περισσότερο κοντά στην σύγχρονη σκέψη, επηρεάστηκε όμως βαθειά από τις δυτική παράδοση στοιχεία της οποίας είναι βαθειά ριζωμένα σε μεγάλο κομμάτι των ορθοδόξων.
Οι πρώτες ιδέες αυτής της ερμηνείας εμφανίζονται στα συγγράμματα του Ειρηναίου επισκόπου της Λυών (2ος/ αρχές 3ου αιώνα). Εκεί ο Αδάμ και η Εύα απεικονίζονται να έχουν δημιουργηθεί σε μια νηπιακή κατάσταση και λόγω της ανωριμότητας των η ζωή τους ξεκινά με σφάλματα αλλά στην πορεία των αιώνων η ανθρωπότητα μαθαίνει, διδάσκεται και ωριμάζει απο αυτά. Αρκούν μερικά ακόμη παραδείγματα απο τα έργα του Αγίου Αθανασίου και του Γρηγορίου Νύσσης. O Αθανάσιος (4ος αιώνας) βλέπει τους πρώτους μας προγόνους να βρίσκονται στην αρχή μιας ιστορίας που, με θεϊκή καθοδήγηση, θα τους οδηγούσε στην πλήρη κοινωνία με τον Θεό. Μια πορεία βαθμιαίας ηθικής βελτίωσης του ανθρώπου.
Αν και δεν πρόκειται για βιολογική εξέλιξη με τη σημερινή έννοια, είναι μια δυναμική εικόνα ανάπτυξης προς την εκπλήρωση του σκοπού του Θεού και όχι μια κατάσταση που έχει ήδη επιτευχθεί. Σε ένα σημείο του έργου του « περί δημιουργίας του ανθρώπου » ο Γρηγόριος ο Νύσσης (4ος αιώνας) δέχεται την εξελικτική πορεία της ζωής:
«Καθάπερ διά βαθμών η φύσις, των της ζωής λέγω ιδιωμάτων, από των μικροτέρων επί το τέλειον ποιείται την άνοδον»
P.G. 44, 148C
Γενικά στην ορθόδοξη θεολογία κυρίαρχο ρόλο στην ιστορία της θείας οικονομίας τον διαδραματίζει η ενανθρώπιση του θεού και το «μεταπατορικό» αμάρτημα το οποίο συνίσταται στην συνεχή πάλη των δυνάμεων του καλού κατά του κακού. Το μεταπατορικό αμάρτημα πρέπει να πολεμάται συνεχώς και η πορεία του ανθρώπου να γίνεται με κατεύθυνση την τελείωση του δηλαδή την θέωση.
Η σημασία της ανάγνωσης της Γένεσης υπό το φως της επιστήμης
1. Κόσμος υλικός και άφθορος ;
Η σημερινή εικόνα που έχουμε για το φυσικό σύμπαν είναι μάλλον ασύμφωνη με τη βιβλική. Τα ως τώρα συμπεράσματα των φυσικών επιστημών βεβαιώνουν ότι το σύμπαν, από την πρώτη στιγμή της ύπαρξης του ως σήμερα, συγκροτείται από τα ίδια στοιχεία, την ίδια φυσικοχημική συμπεριφορά των στοιχείων, τις ίδιες παγκόσμιες σταθερές, τους ιδίους φυσικούς νόμους κλπ. Το ενδεχόμενο ο κόσμος να ήταν κάποτε υλικός αλλά άφθορος και με την «πτώση» του ανθρώπου να έγινε υλικός και φθαρτός δεν έχει ερείσματα στις ως σήμερα επιστημονικές πιστοποιήσεις.
Είναι επίσης δύσκολο να δεχθούμε την απουσία του θανάτου από τον κόσμο πριν από την πτώση. Σύμφωνα με την εξελικτική ιδέα της ανθρώπινης προέλευσης ο πόνος, η φθορά και ο θάνατος υπήρχαν πολύ πριν από την ύπαρξη των πρώτων ανθρώπων. Νέες μορφές ζωής μπορούν να προκύψουν μόνο όταν σε ένα πεπερασμένο κόσμο τα παλιά πρότυπα διαλύονται για να κάνουν χώρο για τις νέες μορφές. Ο θάνατος που συνοδεύει κάθε μορφή ζωής αποτελεί προυπόθεση για την απελευθέρωση πόρων ζωής για τα νέα είδη τα οποία επιβιώνουν λόγω της καλύτερης προσαρμογής των στο περιβάλλον. Εδώ η φυσική επιλογή παίζει τον κύριο λόγο. Εκατομμύρια χρόνια η ζωή πάνω στον πλανήτη μας εξελίσσεται πάνω σ’ αυτό το μοτίβο. Τα πάντα λειτουργούν στην τροφική αλυσίδα. Το δυνατότερο ζώο σκοτώνει το αδύνατο και αυτό είναι εναρμονισμένο με το νόμο της επιβίωσης.
Αυτή η εικόνα της ανάπτυξης της ζωής μέσα απο το θάνατο φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την καλοσύνη του Θεού. Η εικόνα ενός δημιουργού που μεταχειρίζεται αμέτρητους οργανισμούς και είδη μέσα απο πόνο και το θάνατο προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός του είναι απωθητική. Ωστόσο ο Θεός δεν παίρνει την ευχαρίστηση απο τον θάνατο, αλλά χρησιμοποιεί το θάνατο για να φέρει στο προσκήνιο τη ζωή.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αιδ. George Murphy στο έργο του The Cosmos in the light of the Cross
« Μπορεί να μην υπάρχει κάποια λογική σ’ αυτή την εικόνα αλλά ο Θεός της Βίβλου δεν είναι η θεότητα μιας θρησκείας της κοινής λογικής. Αντιθέτως, η θεολογία του σταυρού θεωρεί οτι η αυτο-αποκάλυψη του Θεού λαμβάνει χώρα σε καταστάσεις πόνου, απώλειας και εγκατάλειψης, ακριβώς στις ίδιες καταστάσεις που οδηγείται η εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής. Ο ίδιος ο Θεός προσλαμβάνει όλες τις εξελικτικές σχέσεις με την ενσάρκωση του, συμμετέχει στην ίδια την εξέλιξη, πάσχει όχι λιγότερο από τα πλάσματά του και πεθαίνει ακριβώς όπως πεθαίνει κάθε πλάσμα προκειμένου να δώσει ζωή στον κόσμο, για να κερδίσει για τα δημιουργήματα του μια πιο πλήρη ζωή »
«… η εξαφάνιση των ειδών και η φυσική επιλογή είαι το σημείο του σταυρού τοποθετημένο στην βιόσφαιρα » (1)
2. Η προέλευση του ανθρώπου
Όπως δείχνουν οι ως τώρα γενετικές μελέτες η σημερινή ανθρωπότητα δεν έχει προέλθει από ένα μόνο ζευγάρι άνδρα-γυναίκα. Φαίνεται ότι ο μικρότερος πληθυσμός του είδους μας που υπήρξε ποτέ πρέπει να ήταν μερικές χιλίαδες και αυτό θέτει σε αμφιβολία το προπατορικό αμάρτημα. Παράλληλα, τα συμπεράσματα από μια σειρά επιστημών όπως η Γενετική και η Παλαιοανθρωπολογία τοποθετούν την εμφάνιση του ανθρώπινου είδους (homo sapiens sapiens) πριν από σαράντα χιλιάδες περίπου χρόνια. Είναι δύσκολο να δεχθούμε την αιφνίδια εμφάνιση του ανθρώπου (de novo) ως ένα υποκείμενο (Homo sapiens) με πλήρως ανεπτυγμένες ψυχοσωματικές λειτουργίες πριν απο 6000 έως 10000 χρόνια. Μία σειρά ανθρώπινων χαρακτηριστικών όπως είναι η έναρθρη ομιλία, συγκρότηση γλωσσικού κώδικα, κατασκευαστική ευχέρεια, η ορθοβαδιστική ιδιότητα, η σκέψη, η κρίση, η δημιουργική φαντασία, θέληση, το αυτεξούσιο, το αρχικό (εξουσιαστικό), η ποιητική (δημιουργική) ικανότητα κλπ αποκτήθηκαν σε βάθος χρόνου μέσα από μια μακρά εξελικτική διαδικασία.
3. Η κληρονομικότητα του αμαρτήματος
Κορύφωση ενός σαδιστικού παραλογισμού που επικράτησε εδώ και πολλούς αιώνες σε ένα μεγάλο κομμάτι του χριστιανικού κόσμου αποτελεί το δόγμα της κληρονομικότητας του προπατορικού αμαρτήματος.
Αποτελεί παράλογο να θεωρήσουμε ότι αυτή η ενοχή για μιαν αρχική επιλογή ατόμων που βρίσκονταν σε ένα στάδιο απειρίας, αμάθειας, ατελούς κριτικής ικανότητας, μπορεί να μεταβιβάζεται αλυσιδωτά από τους φυσικούς αυτουργούς σε όλους τους απογόνους τους, στο σύνολο του ανθρώπινου γένους. Αλήθεια πώς θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι ένα βρέφος που δεν έχει φθάσει στην ηλικία της ευθύνης, σε μια ηλικία όπου έχει αναπτύξει κριτική σκέψη να είναι αμαρτωλό ;
Δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι μπορεί να μεταβιβάζεται κληρονομικά η ανυπακοή σε μια εντολή διότι μια ανυπακοή αποτελεί μια ελεύθερη απόφαση των πρωτοπλάστων και αυτή είναι μια λογική πράξη που αν μεταβιβαζόταν κληρονομικά τότε θα ακύρωνε την ελευθερία της βούλησης, την ικανότητα μας για ελεύθερες επιλογές. Η δαρβινική άποψη άλλωστε αμφισβητεί ότι επίκτητα χαρακτηριστικά μπορούν να κληρονομηθούν.
4. Η ενοχή και ο φόβος του Αδάμ
Η ερμηνεία που δίνεται στην αντίδραση των πρωτοπλάστων μετά την παρακοή της εντολής του Θεού αποτελεί μια ακόμη ασυμφωνία με την κατά κυριολεξία απόδοση της Γένεσης.
Στο κείμενο αναφέρεται ότι ο Αδάμ κρύβεται. Τι πραγματικά όμως φοβάται ο Αδάμ όταν κρύβεται από τον Θεό, από τι θέλει να προστατευθεί; Μήπως φοβάται κάποια εξωτερική απειλή, μήπως νιώθει κάποιον αντικειμενικό κίνδυνο; Συνήθως η απάντηση που δίνεται είναι ότι ο Αδάμ φοβάται γιατί παραβίασε την εντολή του Θεού και περιμένει την τιμωρία. Αλλά η έννοια της παράβασης και της τιμωρίας είναι μια εμπειρία που αναφέρεται στον μεταπτωτικό κόσμο του ανθρώπου. Πώς είναι δυνατό να φοβάται ο Αδάμ τον Θεό, πού τον έχει γνωρίσει μόνο ως Θεό αγάπης και χορηγό της ζωής του;
Ο φόβος του Αδάμ δεν προέρχεται από την παράβαση της εντολής και την αναμονή των συνεπειών της. Είναι η ρήξη της σχέσης μαζί Του, η επίγνωση ότι τώρα καλείται να πραγματώσει την ύπαρξη του όχι από την σχέση μαζί του αλλά από την ίδια την φύση του ως υπαρκτικά αυτοτελής, αυτόνομος, αυτάρκης. Βιώνει για πρώτη φορά την μοναξιά του που είναι και πρώτη γεύση θνητότητας όπως θα δούμε παρακάτω.
Η δικαιοσύνη πάνω από την ελευθερία του Θεού;
Πολλοί αναφέρουν ως επιχείρημα ότι ο Θεός είναι δίκαιος και επομένως πρέπει να απονέμει δικαιοσύνη, να τιμωρεί την παράβαση. Υπάρχει αλήθεια κάποια αναγκαιότητα πού περιορίζει την αγάπη του Θεού, δηλαδή την ελευθερία Του; Αν υπάρχει, τότε ο Θεός δεν είναι Θεός ή, τουλάχιστον, δεν είναι ο Θεός πού αποκάλυψε ο Χριστός ως θεός αγάπης (παραβολές του άσωτου υιού, των εργατών του αμπελώνα, κ.ἀ.). Πως είναι δυνατόν να μην ακολουθεί καν αυτό πού ζητάει από μας
« αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών »
Ένας Θεός εξουσιαστής, νομοθέτης, δικαστής, ένας ουράνιος χωροφύλακας πού εποπτεύει την τήρηση των νόμων μιας υποχρεωτικής και γι’ αυτόν δικαιοσύνης δεν είναι ο αληθινός Θεός. Ο Θεός δεν κρίνει ούτε τιμωρεί τον άνθρωπο αλλά σέβεται απόλυτα την ανθρώπινη ελευθερία, τις συνέπειες της ελευθερίας αυτής και δεν παρεμβαίνει να αναιρέσει τους τα αποτελέσματα της ελεύθερης επιλογής του ανθρώπου. O Θεός ως στοργικός πατέρας παρεμβαίνει μόνο για να αναιρέσει την ελεύθερη αυτοτιμωρία του ανθρώπου. Και η παρέμβαση αυτή γίνεται με την ενανθρώπιση του ίδιου του Θεού, θέτοντας τον ευαυό του σε κάθε πτθχή αυτής της μεταπτωτικής κατάστασης. Λαμβάνει την ανθρώπινη φύση, και λαμβάνοντας την την επούλωσε.
« Για χάρη της δικής μας σωτηρίας εκείνος τιμωρήθηκε και στις πληγές του βρήκαμε εμείς τη γιατρειά »
Ησαΐας 53,5
Δεν υπήρχε άλλος τρόπος που θα μπορούσε να την θεραπεύσει εκτός από το να την καταστήσει και δική του.
«το γαρ απρόσληπτον, αθεράπευτον, ο δε ήνωτε τω θεώ, τούτο και σώζεται»
Γρηγόριος θεολόγος (γράμμα στον Κληδόνιο)
Έτσι ο άνθρωπος αποκτά την δυνατότητα εκλογής ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο: Της μετατροπής του θανάτου σε ζωή κατά το υπόδειγμα του δεύτερου Αδάμ, του Χριστού, ή της εμμονής στο θάνατο, στην κόλαση που είναι το μαρτύριο του να μην αγαπάει κανείς (2)