Η έννοια του Λόγου

Η προέλευση και η σημασία της

Ο ορισμός του λόγου

« Λόγος στα ελληνικά σημαίνει το είδος (μορφή) του υπαρκτού, τη φανέρωση του. Το είδος είναι πάντοτε αναφορικό, αναφέρεται στον δέκτη της φανέρωσης και του «λέει» τι είναι το φανερούμενο.  Λόγος λοιπόν είναι η αλήθεια του υπαρκτού ως φανέρωση (μη λήθη), δηλαδή ως αναφορικότητα »

                 

             Χρήστος Γιανναράς

Η έννοια του «Λόγου» απετέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί, έναν κυρίαρχο όρο στην ιστορία της φιλοσοφίας και της θεολογίας. Παρότι δεν είχε εξ αρχής μια μονοδιάστατη ερμηνεία, αναδείχθηκε διαμορφούμενος στο πέρασμα των αιώνων, σε ένα συνδετικό παράγοντα μεταξύ αρχαίας ελληνικής οντολογίας και ορθόδοξης θεολογίας.

Ο Λόγος στην Αρχαία Ελλάδα

Ο Ελληνικός όρος λόγος έχει μια πλούσια ιστορία στην φιλοσοφία όπου η σκέψη, ο νους και ο λόγος είναι έννοιες που βρίσκονταν κοντά μεταξύ τους. Ο Ηράκλειτος, τον 6ο αιώνα π.Χ. μιλά περιστασιακά για τον Νου, που είναι η πύρινη πρώτη αρχή του κόσμου, η κινητήρια δύναμη του και τον ταυτίζει με την ευταξία του. 

Οι Στωικοί ακολουθούν την σκέψη του Ηράκλειτου και την εμπλουτίζουν. Κατανοούν τον λόγο ως την παρουσία της θεϊκής λογικότητας στο υλικό σύμπαν που δίνει ζωή αλλά και την ιδιαίτερη τάξη και αρμονία που παρατηρούμε σ΄αυτό.

Οι πλατωνιστές είναι οι πρώτοι που υποστηρίζουν την ύπαρξη ενδιαμέσων δυνάμεων προκειμένου να γεφυρώσουν το οντολογικό χάσμα μεταξύ του απόλυτου υπερβατικού και του υλικού κόσμου. Η ιδέα αυτή συνοψίζεται στον διάλογο Τίμαιος του Πλάτωνα. Εδώ ο Λόγος είναι μια εκφορά της λεγόμενης «Κοσμικής Ψυχής». Το «λέγω» ταυτίζεται με το «ορίζω». Κατά συνέπεια ο Λόγος, εκφράζοντας την Κοσμική Ψυχή, ορίζει και διαμορφώνει τα όντα. 

Είναι αιώνια αληθής σε συνάρτηση με τον κόσμο των ιδεών και αληθής δόξα (μια κάποια εικόνα) του Θείου. 

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο ορατός κόσμος διαμορφώνεται πάνω σε μη ορατά αρχέτυπα τα οποία χρησιμοποιούνται ως μήτρα ( πρόπλασμα ) από τον κοσμικό Αρχιτέκτονα. Ο Πλάτωνας κάνει μια θεμελιώδη διάκριση μεταξύ ενός βασιλείου του στατικού είναι και ενός βασιλείου του χρονικού γίγνεσθαι. Το πρώτο βασίλειο γίνεται αντιληπτό από τη διάνοια, ενώ το δεύτερο γίνεται αντιληπτό από τις αισθήσεις. Το βασίλειο του γίγνεσθαι αποτελείται κυρίως από φυσικά αντικείμενα, ενώ το στατικό βασίλειο του αποτελείται από λογικά και μαθηματικά αντικείμενα ( κόσμος των ιδεών ) και θεωρείται ότι υπάρχει ανεξάρτητα από τον Θεό. Συνεπώς ο Θεός δεν είναι η μόνη απόλυτη πραγματικότητα. Ο Θεός κοιτάζει το βασίλειο των μαθηματικών αντικειμένων και διαμορφώνει τον κόσμο με βάση αυτό. Έτσι ο κόσμος έχει ως αποτέλεσμα τη μαθηματική του δομή.

Ο Λόγος στην Παλαιά Διαθήκη

Από τον χώρο της Ελληνικής φιλοσοφίας περνάμε στον Ιουδαϊκό χώρο. Εδώ ο Λόγος δημιουργείται από τον Πατέρα και ταυτόχρονα είναι και ο συνδημιουργός της παγκόσμιας τάξης. Ιδιαίτερη εντύπωση κάνει η ακόλουθη αινιγματική περικοπή από τις Παροιμίες

« Ο Κύριος με είχε στην αρχή των δρόμων του, πριν από τα έργα του, από τον αιώνα. Πριν από τον αιώνα με έχρισε, απαρχής, πριν υπάρξει η γη. Γεννήθηκα όταν δεν υπήρχαν οι άβυσσοι, όταν δεν ήσαν οι πηγές που αναβλύζουν νερά· πριν θεμελιωθούν τα βουνά, πριν από τους λόφους, γεννήθηκα εγώ· ενώ δεν είχε κάνει ακόμα τη γη, ούτε πεδιάδες ούτε κορυφές χωμάτων τής οικουμένης. Όταν ετοίμαζε τους ουρανούς ήμουν εκεί· όταν περιέγραφε καμάρα από πάνω από το πρόσωπο της αβύσσου· όταν στερέωνε τον αιθέρα επάνω· όταν οχύρωνε τις πηγές τής αβύσσου· όταν επέβαλλε τον νόμο του στη θάλασσα, να μη παραβούν τα νερά το πρόσταγμά του· όταν διέτασσε τα θεμέλια της γης· τότε, ήμουν κοντά του, δημιουργούσα· και εγώ ήμουν η ευχαρίστησή του, καθημερινά, ευφραινόμενη πάντοτε μπροστά του, ευφραινόμενη μέσα στην οικουμένη τής γης του· και η ευχαρίστησή μου ήταν μαζί με τους γιους των ανθρώπων »

                                                                Παροιμίες 8.22-31

Αν και η «σοφία» γενικά παρουσιάζεται στις Παροιμίες ως μια ιδιότητα του Θεού στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται με έντονα προσωποποιημένα χαρακτηριστικά ως ένα ανεξάρτητο έλλογο όν. Το παραπάνω εδάφιο μας λέει επίσης πως η Σοφία ήταν παρούσα όταν ο Θεός διαμόρφωνε τη γη. Ποιος ήταν ο δικός της ρόλος; Το εβραϊκό κείμενο αναφέρει πως αυτή ήταν αμόν (εδ. 30).

 Οι μεταφραστές συνήθως κατανοούν τη λέξη να σημαίνει «αρχιτεχνίτης», «παιδάκι», «έμπιστος»  ή «συντονιστής-coordinator» και, αν αυτή η επικρατούσα ερμηνεία είναι σωστή, τότε το κείμενο δείχνει πως η Σοφία συμμετείχε στη δημιουργία του ανθρώπινου κόσμου. Η Σοφία αναπαρίσταται ή ως συνεργάτης (coworker) Θεού ή ως ένα παιδί που παίζει στο εργαστήριο του πατέρα του.

Η σημασία του αμόν εχει συνδεθεί με το εδάφιο

                     « Με τη σοφία ο Κύριος θεμελίωσε τη γη »

                                                                   Παροιμίες 3.19

Η προσωποποιημένη Σοφία των Παροιμιών αναπαράγεται και σε άλλα ιουδαϊκά κείμενα και συνδέεται με τον εκφερόμενο λόγο του Θεού  

« Η σοφία εδημιουργήθη παρά του Θεού πριν από όλα τα άλλα δημιουργήματα, η δε σύνεσις της φρονήσεως υπάρχει από της αιωνιότητος.[…] Εγώ έχω βγη από στόμα του Υψίστου Θεού και ωσάν ομίχλη εσκεπασα ολόκληρον την γην […] Τοτε μου έδωσε την εντολήν ο Δημιουργός του σύμπαντος. Αυτός ο οποίος εμέ εδημιούργησεν, εστερέωσε την σκηνήν της αναπαύσεώς μου και μου είπε· Θα κατοικήσης στον λαόν Ιακώβ, πάρε ως ιδιοκτησίαν σου την χώραν του Ισραήλ.[…] Προ πάντων των αιώνων και προ πάσης αρχής με εδημιούργησε και δεν θα παύσω να υπάρχω αιωνίως. »

                                                           Σοφία Σειράχ (1:4· 24:3, 8-9)

Για τους Ιουδαίους, ο Λόγος  του θεού είναι η θεία αποκάλυψη, η φανέρωση της σωτηριώδους οικονομίας του Θεού για τον λαό του. Ο λόγος εξέρχεται εκ του θεού, αποστέλλεται προς τον κόσμο, μετά δε την εκπλήρωση της αποστολής του επιστρέφει και πάλι στον Θεό. Ο λόγος του Θεού παρεμβαίνει, κατευθύνει και εμπνέει μια ολόκληρη ιστορία. Απευθύνεται επίσης στους ανθρώπους, αποκαλύπτει το σχέδιο του Θεού και ασκεί μεταμορφωτική επίδραση. Η δράση του λόγου τονίζεται ιδιαιτέρως στα προφητικά της βιβλία.

« αίφνης ο παντοδύναμος λόγος σου επήδησεν από τους ουρανούς και από τους βασιλικούς σου θρόνους, ωσάν άγριος πολεμιστής, στο μέσον της προοριζομένης προς όλεθρον χώρας. Κρατών δε ωσάν ακονισμένον οξύ ξίφος την αμετάκλητον διαταγήν σου » 

                                                   Σοφία Σολομώντος 18:15-16

Για τον Σολομώντα, είναι ο Λόγος του Θεού που κατέβηκε πριν την Έξοδο, στην Αίγυπτο για να τιμωρήσει τους Αιγυπτίους παίρνοντας τους πρωτότοκους υιούς της Αιγύπτου. 

Ο Λόγος στην Καινή Διαθήκη

Όλα τα συστήματα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στερούνταν ορισμένα στοιχεία. Πρώτον ο Λόγος τους ήταν απαθείς και δεν μπορούσε να έρθει σε επαφή με την κτήση του, ήταν απομονωμένος στο αιώνιο. Δεύτερον, επειδή η κτήση ήταν στην κατώτερη βαθμίδα ύπαρξης, δεν μπορούσαν να διανοηθούν οι αρχαίοι φιλόσοφοι ότι ο Λόγος θα μπορούσε να ενσαρκωθεί στην κτήση για να σώσει τους ανθρώπους. Η εικόνα αυτή του λόγου αλλάζει ριζικά στην Καινή Διαθήκη. Αρχίζοντας από τους συγγραφείς των συνοπτικών Ευαγγελίων είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι εδώ δεν χρησιμοποιείται η έννοια του Λόγου, αυτή που συναντάμε στο κατά Ιωάννη. Γι’ αυτούς, ο Ιησούς είναι ένα ανθρώπινο ον που έχει φθάσει σε ανώτατη αρχή από τον Θεό, ο οποίος ανακηρύσσεται βασιλιάς στο βασίλειο του Θεού, και ο οποίος μπορεί συνεπώς, να θεωρηθεί ότι έχει θεία εξουσία. Η ιδέα της ενσάρκωσης υπονοείται σε αυτές τις απόψεις αλλά ποτέ δεν γίνεται σαφής, όπως συμβαίνει στο κατά Ιωάννη.

Ο Ιωάννειος Λόγος

Ο Ιωάννης δεν μιλάει φιλοσοφικά για τον Λόγο αλλά βιβλικά. Εδώ δεν υπάρχουν φιλοσοφικές απόψεις και αυτό είναι αναμενόμενο αφού το ευαγγέλιο αυτό γράφτηκε από ένα επαρχιωτόπουλο που δεν σπούδασε σε φιλοσοφικές σχολές. Εντάσσει στην θεολογία του την θεολογία του Θείου Λόγου, από την Παλαιά Διαθήκη, για να εκφράσει καλύτερα την ουσία του Χριστού. 

Ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής προσφεύγει στην έννοια του κοσμικού αρχέτυπου, αλλά ως το αρχέτυπο εκείνο της ανθρωπότητας που φθάνει στο αποκορύφωμα της τελειότητας της, και δηλώνει ότι αυτός ο Λόγος λαμβάνει ορατή μορφή στο πρόσωπο του Ιησού (ένσαρκος Λόγος). Η ίδια η λέξη «Μεσσίας», που μεταφράζεται στα ελληνικά ως Χριστός, χάνει την εβραϊκή της εννοιολογική σημασία, και γίνεται πλέον κατανοητός ως η αιώνια αρχετυπική Σοφία του Θεού, ενσωματωμένη στο πρόσωπο του Ιησού.

Κατά τον ευαγγελιστή, είναι επίσης ο Λόγος του Πατρός δηλαδή είναι η φανέρωση του Πατρός, η «εκτός» της θεότητας αναφορικότητα του Πατρός όπως είπαμε στην αρχή στον ορισμό της λέξης. Είναι και η «εν σαρκί» παρέμβαση του Θεού στην ιστορία, το ιστορικό πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Λόγου, ο Ιησούς Χριστός.

                      « Λόγος έγινε σαρξ και έζησε μεταξύ μας »                                                                          

                                                                         Ιωαν 1.14

 

Είναι το θεϊκό θεμέλιο της δημιουργίας και είναι αυτό υπό μια τριπλή έννοια:

 1. Όλα τα πράγματα από το Θεό δημιουργούνται μέσω Αυτού.

       χωρίς αυτόν τίποτε δεν έγινε από αυτά τα οποία έγιναν »

                                                                             Ιωαν 1.3

 2. Οι ζωές και η ύπαρξή τους που συντηρείται ενάντια στην απειλή του χάους από την παρουσία Του σε αυτούς.

 3. Όλα τα πράγματα είναι «γι’ αυτόν» δηλαδή όλα τα πράγματα         δημιουργούνται προς χάριν Του, και όλα τα πράγματα                     περιμένουν Αυτόν.

   « Διότι εν αυτό εκτίσθη τα πάντα, αυτά στον ουρανό και αυτά στην γη, τα ορατά και τα αόρατα…..τα πάντα δι’αυτού και για αυτόν εχουν κτισθεί »                                                            Κολ 1.16      

Ο Φιλώνειος Λόγος

Από την ιουδαϊκή γραμματεία δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τον Εβραίο στοχαστή του πρώτου αιώνα Φίλωνα της Αλεξάνδρειας (20π.Χ-45 μ.Χ) ο οποίος έζησε στα χρόνια του ευαγγελιστή Ιωάννη και του οποίου η επίδραση θεωρείται αναμφισβήτητηΗ επίδραση των πλατωνικών ιδεών είναι εμφανής στα έργα του. 

Στην πραγματεία του Περί της Δημιουργίας του Κόσμου υποστηρίζει ότι ο κόσμος παρουσιάζει τη μαθηματική δομή που παρουσιάζει επειδή ο Θεός επέλεξε να τον δημιουργήσει σύμφωνα με το αφηρημένο μοντέλο που είχε στο μυαλό του. Για έναν Εβραίο μονοθεϊστή, το βασίλειο των ιδεών δεν υπάρχει, όπως πίστευε ο Πλάτων, ανεξάρτητα από τον Θεό, αλλά ως περιεχόμενο του νου Του.

 Ο Φίλων αναφερόταν στο νου του Θεού ως Λόγος του Θεού. Ο αισθητός κόσμος είναι φτιαγμένος κατά το πρότυπο του νοητού κόσμου που προϋπάρχει στον Λόγο. Όπως το ιδανικό αρχιτεκτονικό σχέδιο μιας πόλης υπάρχει μόνο στο μυαλό του αρχιτέκτονα, έτσι και ο κόσμος των ιδεών υπάρχει μόνο στο μυαλό του Θεού. Εφόσον ο Φίλων πίστευε ότι ο χρόνος είχε αρχή με τη δημιουργία, ο σχηματισμός του νοητού κόσμου στο θείο νου θα πρέπει μάλλον να θεωρηθεί ως άχρονος και ως προηγούμενος της δημιουργίας του αισθητού κόσμου από τον Θεό.

Υπάρχουν κάποιες ομοιότητες μεταξύ του Λόγου του Φίλωνα και εκείνου του Ιωάννου αλλά κατά βάση τεράστια άβυσσος χωρίζει τις δύο θεολογίες. 

Έτσι

1. Ο Λόγος του Φίλωνα είναι ασαφής και ακαθόριστος έννοια, άλλοτε έχει την δική του ξεχωριστή προσωπικότητα , άλλοτε δεν την διακρίνει από αυτή του Θεού όπως περιγράφεται στην Περί της Δημιουργίας του Κόσμου πραγματεία του, αλλά σε καμία περίπτωση δεν την ταυτίζει με κάποιο ιστορικό πρόσωπο. Αντιθέτως ο Λόγος του Ιωάννου είναι το συγκεκριμένο πρόσωπο του Ιησού από την Ναζαρέτ, του Υιού του Θεού που ενανθρωπίζεται και ο οποίος έχει δική του προσωπικότητα διακρινόμενη του Θεού πατρός. Έτσι για τον Φίλωνα είναι προϊόν φιλοσοφικής σκέψεως, στον Ιωάννη είναι ζων πρόσωπο το οποίο δίνει ζωή στους πιστεύοντας.

2. Η ονομασία Θεός και « Υιός του θεού » χρησιμοποιείται και από τους δύο. Ο Λόγος του Φίλωνα είναι μεν «Υιός του θεού», αλλά υπό την έννοια ότι είναι ο πρεσβύτερος υιός του θεού, ενώ ο κόσμος αποτελεί τον νεώτερο υιό. Ο Λόγος του Ιωάννου είναι ο «μονογενής υιός » του Θεού ο οποίος

             « σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν »

Φίλων  δέχεται τον Λόγο ως ένα θείο ενδιάμεσο, ο οποίος έγινε για να δημιουργηθεί ο κόσμος. Παρά την πλατωνική σαφώς επιρροή, ο Λόγος είναι μέγας αρχάγγελος, υπέρτατος του Κόσμου, υιός θεού.

Για τον Φίλωνα, ο Λόγος αποτελεί κτιστή θεότητα και συνεπώς δεν είναι ίσος με το Θεό, αλλά ούτε και με τον άνθρωπο.

Θεωρείται το ανώτερο μέλος του ουράνιου κόσμου όπως και οι Άγγελοι, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι ομοούσιος του Πατρός και άκτιστος. Ο Φιλώνειος Λόγος είναι ο ενδιάμεσος μεταξύ δύο διαφορετικών φύσεων του υπερβατικού Θεού και του υλικού κόσμου. Ο Ιωάννειος Λόγος ενώνει στο πρόσωπο του τις δύο φύσεις την θεία και ανθρώπινη. Δεν είναι κάποιο ακαθόριστο ον μεταξύ Θεού και ανθρώπου χωρίς να μετέχει ούτε στον ένα ούτε στον άλλο, αλλά συγχρόνως Θεός και άνθρωπος.

3. Διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του κόσμου. Ο Λόγος του Φίλωνα είναι «δημιουργός» υπό την πλατωνική έννοια δηλαδή μορφοποιεί την ήδη υπάρχουσα ύλη. Για τον Ιωάννη ο Λόγος είναι εκείνος 

                             « δι’ ου τα πάντα εγένετο » 

και το δι’ αυτού δεν εννοεί ότι ήταν απλώς το υπηρετικό όργανο του Πατρός αλλά τον συναίτιον της δημιουργίας του κόσμου. Ο Λόγος του Ιωάννη εξάλλου δημιουργεί τα πάντα εκ του μηδενός (ex nihilo).

 

Από τον Ιωάννη μέχρι την σύνοδο της Νίκαιας

Η έννοια του Λόγου ως το πρόσωπο το οποίο αποκαλύπτει τον Θεό Πατέρα και τον Παράκλητο περνάει κατόπιν στους πρώτους από την ομάδα των συγγραφέων γνωστής ως «Πατέρες της Εκκλησίας», τον Ιουστίνο τον Μάρτυρα (100 -165 μΧ) και Τερτυλλιανό (160-240 μ.Χ).

Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας

Η διδασκαλία του Ιουστίνου του Μάρτυρα (100 -165 μΧ) περί του Λόγου κινείται στη γραμμή του Ευαγγελιστή Ιωάννη αλλά και χρησιμοποιεί εκτενώς και τα έργα των Ελλήνων φιλοσόφων. Έτσι αυτή η θεϊκή σοφία-λογικότητα που διέπει τον φυσικό κόσμο και που έδωσε την ζωή και τάξη στο σύμπαν όπως την επικαλούνται οι Στωικοί ταυτίζεται με τον Λόγο. Την ιδία ταυτόσημη άποψη έχει και με τους Πλατωνικούς όπου ο Χριστός θεωρείται ενδιάμεσος μεταξύ του θεού Πατέρα και του υλικού κόσμου ο οποίος είναι ούτε απόλυτα ίσος με αλλά ούτε και διακριτός από αυτόν.

Για τον Ιουστίνο, ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του θεού, το ένα και αυτό πρόσωπο. Η έννοια Υιός μάλιστα δεν μπορεί να παραβληθεί προς την ανθρώπινη υιότητα και να κατανοηθεί με βάση την ανθρώπινη εμπειρία. Ο Υιός και Λόγος υπήρχε προαιωνίως μέσα στον Πατέρα και βρίσκεται σε σχέση μετά από Αυτόν.

Η γέννηση Αυτού έγινε με τη βουλή του Πατρός, χωρίς όμως να έχουμε αποτομή ή μερισμό της ουσίας, αφού αυτή παρέμεινε αναλλοίωτη. 

 

Ο Λόγος συνεπώς είναι πλήρως ομοούσιος με το Θεό, δεν δημιουργήθηκε αλλά γεννήθηκε λαμβάνοντας την υπόσταση της από την άναρχο αρχή των πάντων. Το άμορφο λαμβάνει μορφή με έναν ιδιαίτερο τρόπο, με την σύλληψη πρώτα της ιδέας και κατόπιν σαν απτή πραγματικότητα αυτού του κόσμου. Ο Υιός όμως δεν παραμένει  σαν ένα αρχέτυπο. Ο Υιός ενσαρκώνεται και ενσωματώνεται  μέσα στον υλικό κόσμο. Ο Ιησούς γίνεται το ενσωματωμένο αρχέτυπο της ανθρωπότητας. Το σχέδιο όμως της δημιουργίας δεν σταματάει εδώ αλλά περιλαμβάνει εσχατολογικά την ένωση με τον Χριστό, έτσι ώστε ο Χριστός υπό αυτή την έννοια αντιπροσωπεύει τον κοσμικό Νου στο πρόσωπο του οποίου ο κόσμος βρίσκει την ολοκλήρωση, συμφιλίωση και πληρότητα. Έτσι αυτή η διαδικασία της ενσωμάτωσης φθάνει στην πληρότητα της την στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος επιστρέφει στην πηγή του τον Πατέρα. 

Έτσι ο Πατέρας δια του θεϊκού Λόγου Του φέρνει όλο το σύμπαν στην ύπαρξη, και είναι αυτός ο οποίος ενσαρκώνεται ως Ιησούς Χριστός. Επομένως είναι απόλυτα θεός. Είναι ο προαιώνιος γεννηθείς Υιός και Λόγος μέσω του οποίου ο Πατέρας συνεργάζεται με την δημιουργία.

Ο Τερτυλλιανός

Ο Τερτυλλιανός ανέπτυξε περαιτέρω τις θέσεις περι θεότητος του Λόγου στο έργο του Adversus Praxean (ενάντια στον Πραξέα) ερχόμενος σε αντίθεση με άλλες χριστιανικές θεολογίες που παρουσιάστηκαν κατά τον 2ο αιώνα.

Στην δική του θεολογία ενώ και οι δύο Πατέρας και Υιός αποκαλουνται θεοί ένας είναι ο θεός υπο την έννοια ότι μόνο ο Πατέρας είναι η αιτία των πάντων. Ο Υιος πάντοτε υποτάσσεται στο θέλημα του Πατέρα του Υπέρτατου Θεού και η εξουσία του δεν είναι παρά προέκταση της εξουσίας του Πατέρα καθότι ο Πατέρας είναι αυτός που έχει εξουσιοδοτήσει τον Υιό.

Αναπτύσσει και χρησιμοποιεί τέσσερεις επιθετικούς προσδιορισμούς για τον Λόγο όπως Ενδιάθετος, Προφορικός, Ένσαρκος και Άσαρκος που ίσως χρίζουν  κάποιας διευκρίνησης.

Κατά τον Τερτυλλιανό πριν ακόμη δημιουργηθεί ο εξωτερικός κόσμος, ο Θεός υπήρχε εν ευαυτώ. Ήταν μόνος υπό την έννοια ότι εκτός αυτού τίποτε άλλο δεν υπήρχε. Εν τούτοις ο Θεός δεν ήταν απολύτως μόνος, διότι πάντοτε είχε εσωτερικώς τον Λόγο.

«ο Θεός Πατήρ είχε από όλη την αιωνιότητα μαζί Του το Λόγο ως ενδιάθετο το λογισμό, όχι σαν εκφορά ήχου»

«Ύπήρχε ο Λόγος από όλη την αιωνιότητα μέσα στο Θεό, με τρόπο που ο Λόγος (Σοφία) δεν διαχωριζόταν από Αυτόν… Για το σκοπό της δημιουργίας ο Λόγος έλαβε μία τέλεια γέννηση, σαν Υιός. Υπήρχε καιρός που δεν υπήρχε ο Υιός […] και που ούτε ο Θεός ήταν Πατέρας ή κριτής»

«πάντοτε είχε τον Λόγο αυτού και ο χρόνος κατα τον οποίο δεν υπήρχεν ο Υιός είναι ασφαλώς ο χρόνος προ της εις Υιόν εξωτερικεύσεως αυτού παρά του Πατρός»

                                    «Τερτυλλιανός», Καθολική Εγκυκλοπαίδεια

Ο ενδιάθετος παρα τω Θεώ Λόγος κατέστη προφορικός μόνο όταν ο Πατήρ αποφάσισε να δημιουργήσει τον εξωτερικό κόσμο. Ο Λόγος είναι αυτή η προβολή του Θεού έξω από τον Ευατό του (nativitas perfecta). Ο Λόγος εξωτερικεύθηκε, έγινε το όργανο της δημιουργίας. Έκτοτε ο Λόγος κατέστη Υιός του Θεού, ο Λόγος έγινε πρόσωπο και άρχισε να υφίσταται πραγματικά η σχέση Πατέρα και Υιού.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν έχουμε εδώ καμμία  περιστολή όταν ο ενδιάθετος Λόγος έγινε προφορικός δηλαδή όταν έλαβε χώρα η γέννηση του Υιού του Θεού. Το σύνηθες παράδειγμα που χρησιμοποιείται από τους οπαδούς της χριστολογίας του Λόγου είναι το εξής: όπως η αναμμένη δάδα μεταδίδει τη φλόγα της σε άλλες δάδες χωρίς να μειώνεται η αρχική φλόγα, έτσι και από τον ενδιάθετο Λόγο προέκυψε ο προφορικός Λόγος χωρίς να μειωθεί ο ενδιάθετος. Η είσοδος δηλαδή του Λόγου στην κατάσταση της υιότητας δεν σημαίνει  τροποποίηση στη θεία Ουσία του, αλλ’ απλώς είσοδο αυτού σε μια νέα κατάσταση ζωής, σ’ ένα νέο επίπεδο είναι.

Τέλος ο όρος άσαρκος αναφέρεται στον Χριστό χωρίς σάρκα πριν από την δημιουργία. Ο άσαρκος Λόγος είναι ο αιώνιος Υιός του Θεού ως ο δημιουργός, ενώ ο Λόγος ένσαρκος είναι ο Ιησούς της Ναζαρέτ ο Υιός του Ανθρώπου. Για πολλούς ο ένσαρκος Λόγος αποτελεί μια τρίτη κατάσταση δίπλα στον ενδιάθετο και προφορικό Λόγο. Ο Υιός του Θεού λαμβάνει ανθρώπινη φύση και γίνεται Υιός του Ανθρώπου εξυψώνοντας την ανθρώπινη φύση σε κοινωνία με τον Θεό.

Ο Τερτυλλιανός (155-245 μ.Χ) ήταν ο πρώτος από τους θεολόγους που χρησιμοποίησε τον όρο « Τριαδικός » για την θεότητα. Υποστήριξε ότι ο θεός είναι τρία πρόσωπα – Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα- αλλά μια ουσία. 

Η διδασκαλία του Τερτυλλιανού περί ενός θεού επέδρασε στη διαμόρφωση του δόγματος της Νίκαιας. Στην σύνοδο αυτή το 325 μΧ ορίστηκε η σχέση του Υιού με τον Πατέρα σε αντίθεση με την διδασκαλία του Αρείου. Καθοδηγούμενη από τον επίσκοπο Αθανάσιο η σύνοδος περιγράφει τον Χριστό ως
 

« Φως εκ φωτός, Θεό αληθινό εκ θεού αληθινού, γεννηθέντα ου ποιηθεντα ομοούσιο του Πατρός  » 

και η ανακήρυξη της θέσης αυτής ως επίσημο δόγμα έγινε αργότερα στην σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 381 μ.Χ. Η χριστολογία του Λόγου αντικαταστάθηκε από την νέα χριστολογία του Αθανασίου η οποία οδήγησε στο δόγμα της Τριάδας όπως το γνωρίζουμε από την παραδοσιακή θεολογία. Στην ίδια σύνοδο επιβεβαιώνεται επίσης ο ρόλος του Πατέρα ως αποκλειστικής πρώτης αιτίας στην ύπαρξη των πάντων:  Εις Θεός, παντοκράτωρ ποιητής ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων  αποκαλείται ο Πατερας και όχι ο Υιος.

Κ. Καλενδέρογλου

25 Δεκεμβρίου 2023

Subscribe
Notify of
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments