Το Αίνιγμα του Κακού : Μια Φιλοσοφική και Θεολογική Προσέγγιση

« (Ο Θεός) θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, και ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια —
ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος, γιατί τα πρώτα (πράγματα} παρήλθαν »
Αποκάλυψη 21:4

1. Εισαγωγή

Η ύπαρξη του κακού στον κόσμο αποτελεί μια πανάρχαια και διαρκή πρόκληση για την ανθρώπινη σκέψη. Από την αρχαιότητα, φιλόσοφοι και θεολόγοι έχουν παλέψει να κατανοήσουν την φύση του κακού και να το συμβιβάσουν με την ιδέα ενός αγαθού και παντοδύναμου Θεού. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο οξύ όταν εξετάζουμε ακραίες εκδηλώσεις κακού στον κόσμο, όπως το Ολοκαύτωμα, γεγονότα που δοκιμάζουν τα όρια της ανθρώπινης κατανόησης και πίστης. Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να εξερευνήσει τις διάφορες απαντήσεις που έχουν διατυπωθεί για το πρόβλημα του κακού, εστιάζοντας στις χριστιανικές θεοδικίες και τις σύγχρονες φιλοσοφικές θεωρίες καταλήγοντας στη μοντέρνα Γενετική όπου η ανθρώπινη συμπεριφορά ερμηνεύεται με βάση τη φυσική επιλογή και τα γονίδια, αμφισβητώντας την έννοια της ηθικής και της ελευθερίας.

2. Το Πρόβλημα του Κακού: Από τους αρχαίους Έλληνες Φιλοσόφους μέχρι την Φρίκη του Άουσβιτς

Η ανθρώπινη σκέψη προβληματίστηκε πάνω στην έννοια του κακού από πολύ νωρίς. Ο ορισμός του κακού δεν είναι εύκολη υπόθεση, καθώς αυτό που θεωρείται κακό μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την κουλτούρα, την εποχή και το προσωπικό σύστημα αξιών. Εντούτοις, μπορούμε να προσδιορίσουμε ορισμένα κάποια βασικά χαρακτηριστικά του κακού, όπως η πρόκληση πόνου, η αδικία, η παραβίαση ηθικών αρχών, η καταστροφή και η έλλειψη αρμονίας.

Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με την έννοια του κακού με ποικίλους. Η αμετρία, το χάος και η ύβρις αντιπροσωπεύουν μορφές του κακού στην ελληνική σκέψη. Από τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους ο Ηράκλειτος πίστευε ότι η κοσμική τάξη (ο λόγος) είναι μια δυναμική αρμονία των αντιθέτων. Το κακό προκύπτει από την αδυναμία κατανόησης και αποδοχής αυτής της αρμονίας. Η ύβρις (αλαζονεία) οδηγεί στην παραβίαση του λόγου είναι πηγή κακού. ο Αναξαγόρας εισήγαγε την έννοια του Νου (Nous) ως η αρχή του κόσμου. Το κακό προκύπτει από την απουσία ή την περιορισμένη επίδραση του Νου, που οδηγεί σε αταξία και χάος. Για τους Πυθαγόρειους, η αρμονία εκφραζόταν μέσω των αριθμών και των μαθηματικών σχέσεων. Ο κόσμος θεωρούνταν μια κοσμική μουσική, και το κακό προέκυπτε από την διατάραξη αυτής της αρμονίας. Έτσι, ενώ η προσέγγισή τους διέφερε σε ορισμένες λεπτομέρειες, η κοινή πεποίθηση ήταν ότι το κακό δεν είναι μια ανεξάρτητη δύναμη, αλλά μια έλλειψη, μια απόκλιση από την φυσική τάξη, τη λογική και την αρμονία που διέπουν το σύμπαν.

Στον Πλάτωνα, το κακό συνδέεται με την άγνοια, την πτώση της ψυχής και την κακή φύση της ύλης. Ο Πλάτωνας πίστευε ότι το κακό δεν είναι μια οντότητα, αλλά μια έλλειψη, μια απουσία του καλού, που προέρχεται από την άγνοια. Οι άνθρωποι πράττουν το κακό επειδή δεν γνωρίζουν το πραγματικό καλό. Η πτώση της ψυχής στον μύθο του Ηνιόχου (Φαίδρος), ο Πλάτωνας περιγράφει την ψυχή σαν ένα άρμα που το σέρνουν δύο πτερωτά άλογα: ένα λευκό, που συμβολίζει θυμοειδές/συναισθηματικό μέρος της ψυχής, και ένα μαύρο, που συμβολίζει το επιθυμητικό/ενστικτώδες. Ο Ηνίοχος, που αντιπροσωπεύει το Λογικόν ( Νου), προσπαθεί να τα ελέγξει. Η πτώση της ψυχής συμβαίνει όταν το μαύρο άλογο, οι επιθυμίες, υπερισχύουν και παρασύρουν την ψυχή μακριά από τον κόσμο των Ιδεών, προς τον υλικό κόσμο. Αυτή η πτώση οδηγεί σε άγνοια και κακές πράξεις. Τέλος ο Πλάτωνας θεωρούσε τον υλικό κόσμο ως μια ατελή αντανάκλαση του κόσμου των Ιδεών. Η ύλη, φθαρτή και μεταβλητή, απομακρύνει την ψυχή από την αληθινή γνώση και την οδηγεί σε πλάνη και κακία εμποδίζοντας την ψυχή να φτάσει στην αρετή και την ευδαιμονία.

Ο Αριστοτέλης, από την πλευρά του, θεωρεί το κακό ως άρνηση του όντος. Αυτή αποτελεί την κεντρική ιδέα της αριστοτελικής μεταφυσικής σχετικά με το κακό. Το κακό δεν είναι μια ανεξάρτητη, υπάρχουσα οντότητα αλλά αντίθετα η έλλειψη ή η απουσία του καλού ή της τελειότητας που θα έπρεπε να υπάρχει σε κάτι. Εδώ το "όντος" κατανοείται ως η πλήρη και τελειωμένη μορφή που θα έπρεπε να έχει κάτι σύμφωνα με τη φύση και τον σκοπό του. Κάθε ον έχει έναν συγκεκριμένο σκοπό ή "τέλος" (τέλος). Το καλό είναι η πραγμάτωση αυτού του σκοπού, ενώ το κακό είναι η αποτυχία πλήρους πραγμάτωσης. Έτσι ένα ζώο που γεννιέται τυφλό, η τύφλωση δεν είναι μια "ουσία" που προστίθεται στο ζώο. Είναι η απουσία της όρασης, μιας ικανότητας που θα έπρεπε κανονικά να έχει.

Ο Επίκουρος (341-270 π.Χ), ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους της αρχαιότητας έθεσε μια σειρά από ερωτήματα που αφορούν τη φύση του Θεού και την ύπαρξη του κακού. Με λακωνικότητα και σαφήνεια διατύπωσε τον πυρήνα του προβλήματος του κακού (Piper, 2003) με το γνωστό τρίλλημα που αναφέρεται στο στο βιβλίο “Περί της οργής του Θεού” 13,19c.1 του χριστιανού απολογητή Λακτάντιος, που έζησε την εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου :

- Εάν θέλει να αποτρέψει το κακό αλλά δεν μπορεί, τότε είναι ανίσχυρος.
-Εάν μπορεί αλλά δεν θέλει, τότε είναι κακόβουλος.
-Εάν και μπορεί και θέλει, τότε γιατί υπάρχει κακό;

Αυτές οι ερωτήσεις δημιουργούν ένα λογικό αδιέξοδο, καθώς η ύπαρξη του κακού φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τις θεϊκές ιδιότητες της παντοδυναμίας, της παντογνωσίας και της καλοσύνης.

« Πώς θα μπορούσε ο Θεός να κοιτάει, όταν το αέριο απελευθερωνόταν στους θαλάμους αερίων και οι κλίβανοι καύσης έκαιγαν τα άψυχα κορμιά; »

«...αλλά πώς θα μπορούσε ο Θεός να ήταν στο Άουσβιτς χωρίς να αποτρέψει το Άουσβιτς; »

Ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ ανθρώπου και θεού είναι πλέον αδιαμφισβήτητο. Δεν υπάρχει θεός μετά το Άουσβιτς.

3. Η Φύση του Κακού: Φυσικό και Ηθικό κακό

Για να προσεγγίσουμε το αίνιγμα του κακού, είναι σημαντικό να γίνει αρχικά η διάκριση μεταξύ φυσικού και ηθικού κακού (2024; Nelson, 2003). Το φυσικό κακό περιλαμβάνει φυσικές καταστροφές, ασθένειες, και άλλα φαινόμενα που προκαλούν πόνο και δεινά, χωρίς την άμεση συμμετοχή ανθρώπων. Το ηθικό κακό, από την άλλη πλευρά, προέρχεται από τις συνειδητές πράξεις των ανθρώπων: βία, αδικία, εκμετάλλευση, και όλες οι μορφές ανθρώπινης κακίας. Ενώ αυτή η διάκριση είναι χρήσιμη, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε την πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των δύο μορφών. Για παράδειγμα, οι ανθρώπινες πράξεις μπορούν να επιδεινώσουν τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών μέσω ανεπαρκούς προετοιμασίας ή εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων.

4. Χριστιανικές Θεοδικίες: Ειρηναίος, Αυγουστίνος και οι Πατέρες της εκκλησίας

Οι χριστιανικές θεοδικίες αποτελούν προσπάθειες να συμβιβάσουν την ύπαρξη του κακού με την πίστη σε έναν αγαθό και παντοδύναμο Θεό. Δύο από τις πιο σημαντικές θεοδικίες είναι η Αυγουστίνεια και η Ειρηναία.

4.1. Η Θεοδικία του Αυγουστίνου:

Κυριάρχησε στην παραδοσιακή χριστιανική σκέψη, τόσο στην Ρωμαιοκαθολική όσο και στην Προτεσταντική. Ο Αυγουστίνος όπως και ο ο Θωμάς Ακινάτης επηρεασμένος από την Πλατωνική φιλοσοφία, υποστήριξε ότι το κακό δεν είναι μια οντότητα, αλλά μια στέρηση, η διαφθορά, η υποβάθμιση του καλού και μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο με όρους καλοσύνης, η οποία και υπάρχει. (De libero arbitrio (Περί ελευθερίας της βουλήσεως) και Confessiones (Εξομολογήσεις).
Ο Θεός δημιούργησε έναν τέλειο κόσμο. Ο Αδάμ και η Εύα δημιουργήθηκαν κατ' εικόνα Θεού δηλαδή ήταν λογικά όντα και είχαν ηθική φύση. Στην αρχική τους κατάσταση μακαριότητας, ο Αδάμ και η Εύα είχαν ελεύθερη βούληση και μπορούσαν να επιλέξουν να κάνουν το καλό και είχαν την ικανότητα να μην αμαρτάνουν. Είχαν την ικανότητα να υπακούσουν ή να απορρίψουν το κα (συμπεριλαμβανομένου του Θεού). Είχαν επίσης ευλογηθεί με τα δώρα της αθανασίας και την άμεση γνώση του Θεού. Το αποτέλεσμα της κακής χρήσης της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου ήταν ένας έκπτωτος κόσμος. Οι συνέπειες της πτώσης του Αδάμ και της Εύας:

■ Η Απώλεια του δώρου της αθανασίας
■ Η Απώλεια της γνώσης και της οικειότητας με τον Θεό
■ Η ρήξη της ηθικής των υπόστασης
■ Απώλεια της εσωτερική αρμονίας μεταξύ λογικής και παθών. Τα πάθη τώρα κυριαρχούν στη λογική σκέψη ωθώντας κάποιον στην αμαρτία.
■ Η ικανότητα να μην αμαρτάνουν αντικαταστάθηκε από την ανικανότητα να μην αμαρτάνουν.
■ Η εικόνα του Θεού στον Αδάμ και την Εύα καταστράφηκε, αν και δεν καταστράφηκε εντελώς. Αυτή η διεφθαρμένη ηθική φύση και η ενοχή της προπατορική αμαρτίας κληρονομήθηκαν στους απογόνους μας.

Αυτή η κληρονομιά είναι φυσική λόγω της «σπερματική μας ταυτότητας» με τον Αδάμ.

« Είμαστε όλοι σε αυτόν τον έναν άνθρωπο »
« Πράγματι, γεννήθηκα ένοχος, αμαρτωλός όταν με συνέλαβε η μητέρα μου »
« Μπορώ να θέλω το σωστό, αλλά δεν μπορώ να το κάνω. Γιατί δεν κάνω το καλό που θέλω, αλλά το κακό που δεν θέλω είναι αυτό που κάνω »

Ρωμαίους 7:18-20

■ Τα μωρά γεννιούνται «εν αμαρτίαις» (με την ενοχή του Προπατορικού Αμαρτήματος) και χρειάζονται το χάρισμα του βαπτίσματος (για να απαλλαγούν από αυτήν την ενοχή), ώστε να γίνουν παιδιά του Θεού.
■ Το σύμπαν δεν είναι πλέον όπως το ήθελε ο Θεός. Δεν είναι πλέον ο Παράδεισος. Τώρα πρέπει να σωθεί με τη χάρη του Θεού μέσω της λύτρωσης.
■ Μέρος της τιμωρίας του Θεού για την αμαρτία του Αδάμ και της Εύας ήταν το φυσικό κακό «Το αιματοβαμμένο πρόσωπο της φύσης» σεισμοί, καταιγίδες, κλπ.

Όλο αυτό το αφήγημα του Αυγουστίνου εισάγει μια σειρά προβλημάτων για το κακό τα οποία ταλανίζουν όλο το χριστιανικό κόσμο μέχρι σήμερα. Ο Αυγουστίνος είναι αυτός που συνέδεσε το κακό με το περίφημο, όπως ονομάσθηκε από τον ίδιο κατά το έτος 396, «Προπατορικό Αμάρτημα» κάτι εντελώς αντίθετο όπως θα δούμε παρακάτω προς την πατερική παράδοση. Εδώ είναι η αμαρτία που «γεννά» το κακό και όχι αντίστροφα.

4.2. Η Θεοδικία του Ειρηναίου:

Ο Ειρηναίος, ο σημαντικότερος θεολόγος του δεύτερου αιώνα, σε αντίθεση με τον Αυγουστίνο πίστευε ότι ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Του, αλλά όχι σε κατάσταση απόλυτης τελειότητας. Το κατ’ εικόνα σημαίνει ότι προικισμένος με νόηση, ηθική, ελευθερία και υπευθυνότητα ενώ το καθ’ ομοίωση σημαίνει ότι είχε την δυνατότητα να επιτύχει ηθική τελειότητα. Ο σκοπός του Θεού δεν ήταν να δημιουργήσει έναν ηδονιστικό παράδεισο, αλλά ένα περιβάλλον όπου ο εσωτερικός εαυτός μας θα διαμορφωθεί και εξελιχθεί μέσω των εμπειριών, των δοκιμασιών και των δυσκολιών της ζωής συμπεριλαμβανομένων και των εμπειριών του κακού δηλαδή ως «ψυχοπλασία» (soul-making).Το κακό, επομένως, είναι απαραίτητο για την ηθική ανάπτυξη.
Χρησιμοποιώντας σύγχρονες σκέψεις, η ανθρωπότητα αναδύεται σε δύο στάδια δημιουργίας:

«κατα την εικόνα του Θεού»: Σταδιακή ανάδυση του homo sapiens σε προετοιμασία για μετέπειτα σχέση με τον Θεό.
«κατά την ομοίωση του Θεού»: Φτάνουμε μέσω των δικών μας αποφάσεων σε ένα στάδιο που γινόμαστε «Παιδιά του Θεού».

Γιατί μας δημιούργησε ο Θεός ως όντα ανώριμα και υπανάπτυκτα ηθικά και πνευματικά; Το κακό είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη «δευτερευουσών αρετών» όπως η γενναιότητα δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την παρουσία πραγματικού κινδύνου. Η καρτερία δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την παρουσία δυσκολιών. Η γενναιοδωρία δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την παρουσία άλλων που έχουν ανάγκη. Για να επιτύχουμε την ηθική τελείωση οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ελεύθερη βούληση. Για να επιτύχουν αυτή την ελεύθερη βούληση, οι άνθρωποι πρέπει να βιώσουν πόνο και ο Θεός πρέπει να βρίσκεται σε γνωστική απόσταση από την ανθρωπότητα. Ο Θεός δεν θέλει η ύπαρξή Του να είναι τόσο προφανής ώστε να επιβάλλει την πίστη στους ανθρώπους· αντιθέτως, αυτοί οφείλουν…

« ...αν με ζητήσετε θα με βρείτε, φτάνει να με αναζητήσετε με όλη σας την καρδιά »

Ιερεμίας 29,13

Επομένως, ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους ελεύθερους, αλλά ανώριμους και ατελείς, με μια μεγάλη, αλλά μη ανεπτυγμένη ικανότητα για ηθική και πνευματική ανάπτυξη. Μπορεί να μην είναι δυνατό να δημιουργηθεί άμεσα ένα ελεύθερο, νοήμον και ηθικά ώριμο ον. Η ηθική ωριμότητα απαιτεί τον αγώνα ενάντια στον πειρασμό ακόμη και τη συμμετοχή στο κακό. Θεός σίγουρα θα θεωρούσε τα όντα που έχουν αναπτύξει προοδευτικά ηθική πολύ μεγαλύτερο αγαθό από όντα "έτοιμα" πλασμένα με ηθική. Ένα βαθύτερο, πιο ουσιαστικό καλό προκύπτει όταν η αρετή κατακτιέται από ελεύθερα, ηθικά όντα που αγωνίζονται με το κακό, παρά όταν απλώς τους δίνεται ως στοιχείο της σύστασής τους. Ο Θεός επιτρέπει την ύπαρξη του κακού για να επιφέρει ένα μεγαλύτερο καλό.

« Είμαστε βέβαιοι ότι, αν αγαπά κανείς το Θεό, ο Θεός κάνει τα πάντα να συντελούν στο καλό του.
Αυτό ισχύει για όσους κάλεσε ο Θεός σύμφωνα με το λυτρωτικό του σχέδιο »

Ρωμ. 8,28

Στη σύγχρονη εποχή, ο φιλόσοφος John Hick υπερασπίστηκε έντονα αυτή την ιδέα για το κακό.

4.3. Οι Πατέρες της εκκλησίας

Η Ανατολική Πατερική παράδοση, με εκπροσώπους όπως ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, αποδίδει το κακό στην κτιστότητα και τη φθαρτότητα των όντων, και όχι στην αμαρτία των πρωτόπλαστων. Για τους Έλληνες Πατέρες, το κακό είναι μια φθορά του είναι και όχι ηθικό γεγονός, ενώ η δυνατότητα για αμαρτία πηγάζει από την παρουσία του μηδενός μέσα στην κτίση. Η ανθρώπινη ελεύθερη βούληση παίζει καθοριστικό ρόλο στην ενεργοποίηση του κακού, αλλά η μεταμόρφωση της φύσης και η υπέρβαση του θανάτου είναι δυνατές μέσω της Χάρης του Θεού.

Στην Πατερική θεολογία τρεις είναι οι κατεξοχήν αιτίες του κακού:

α. Το ίδιο το γεγονός της κτιστότητας και της εκ του μηδενός δημιουργίας, γεγονός που καθιστά την φύση των όντων «ολισθαίνουσα» προς το απόλυτο Μηδέν. Ο Θεός είναι άκτιστος, ο κόσμος κτιστός. Το άκτιστο είναι ελεύθερο από κάθε υπαρκτικό προκαθορισμό ενω το κτιστό υπόκειται σε προδιαγραφές-προκαθορισμούς της ύπαρξης του. Το κάθε υπαρκτό έχει χρονική αρχή και χρονικό πέρας, είναι διαστατό, φθείρεται, πεθαίνει. Ο χρονικός και χωρικός περιορισμός, η φθορά, ο θάνατος είναι αρνητικοί προκαθορισμοί της ύπαρξης, είναι το κακό. Η φθορά και ο θάνατος είναι εγγενείς στην κτιστότητα διότι τα κτιστά προήλθαν από το μηδέν.
Οι Πατέρες λέγουν ότι είναι τρεπτά τα κτιστά όχι διότι “έπεσε” ο άνθρωπος αλλά διότι προήλθαν από το μηδέν. Η τρεπτότητα οφείλεται στο μηδέν, δεν οφείλεται στην “πτώση του ανθρώπου”. Ο Θεός της Βίβλου και των πατέρων είναι ένας «νικημένος» από την αγάπη Θεός, γι’ αυτό και ελεύθερος, που δημιουργώντας την κτίση εκ του μη όντος αναλαμβάνει και το ρίσκο της κτιστότητάς της, που είναι ο πόνος, η φθορά και ο θάνατος.

β. Η ελεύθερη προαίρεση του ανθρώπου, ο οποίος, ως πρόσωπο, αμαρτάνει ή σφάλλει αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα την ευθύνη των επιλογών του. Το κακό υπάρχει στον κόσμο λόγω της ελευθερίας. Αν δεν υπήρχε ελευθερία δεν θα υπήρχε κακό, δεν θα υπήρχε αμαρτία. Τα ζώα δεν αμαρτάνουν. Μπορεί να κάνουν τις ίδιες πράξεις που χαρακτηρίζονται αμαρτωλές για έναν άνθρωπο αλλά δεν είναι αμαρτωλές για ένα ζώο. Διότι δεν είναι η πράξη που καθιστά αμαρτωλό κάτι, είναι η άσκηση της ελευθερίας. Το ζώο δεν έχει ελευθερία. Συνεπώς ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του αμαρτάνει ή δεν αμαρτάνει. Για να είναι θετική-αγαπητική η ανταπόκριση του ανθρώπου στην κλήση της αγάπης του Θεού, προϋποθέτει την αυτοσυνειδησία, τη λογικότητα, την ελευθερία του ανθρώπου — Ελευθερία αυτοκαθορισμού: να μπορεί να δεχθεί αλλά και να αρνηθεί ο άνθρωπος την κλήση της αγάπης του Θεού να προτιμήσει την υπαρκτική αυτονομία-αυτοτέλεια της κτιστής φύσης του.

γ. Ο κόσμος δεν είναι μια μονόπλευρη δημιουργία του Θεού, αλλά ένας διαρκής διάλογος ανάμεσα σε Αυτόν και τον άνθρωπο. H ύπαρξη του κακού οφείλεται εν μέρει σε αυτήν την διαλογική φύση της δημιουργίας. Κάθε θεϊκή παρέμβαση για το καλό απαιτεί την αντίστοιχη θετική ανταπόκριση του ανθρώπου. Χωρίς αυτήν, η θεϊκή βούληση ακυρώνεται. Ο Θεός δεν μπορεί να επιβάλλει το καλό παρά την θέληση του ανθρώπου. Επομένως, ενεργεί έμμεσα, χρησιμοποιώντας ακόμα και το κακό που προκύπτει από την ανθρώπινη άρνηση, ως μέσο για την υπεράσπιση και την τελική επικράτηση του αγαθού. Έτσι οι Πατέρες (Άγιοι Μάξιμος και Αθανάσιος) πίστευαν ότι το κακό προέρχεται από μια αρχική "φθορά" μέσα στην ύπαρξη, η οποία γίνεται αμαρτία μόνο αν ο άνθρωπος το επιλέξει ελεύθερα. Αντίθετα, ο Αυγουστίνος υποστήριξε ότι το κακό "εφευρέθηκε" από τους ίδιους τους ανθρώπους (Αδάμ και Εύα) με μια συνειδητή, ηθική απόφαση. Κατηγόρησε μάλιστα την Εύα, υποστηρίζοντας ότι η επιθυμία της για δύναμη και ισότητα με το Θεό την οδήγησε στην αμαρτία, παρασύροντας και τον Αδάμ. Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο, αυτή η πράξη διέφθειρε την ανθρώπινη φύση, καθιστώντας την εγγενώς κακή. Έτσι, οι άνθρωποι κληρονομούν την ενοχή και δεν μπορούν να επιλέξουν το καλό χωρίς την παρέμβαση του Θεού, που δίνει τη χάρη Του σε όποιον Εκείνος επιλέξει. Οι υπόλοιποι είναι καταδικασμένοι. Αυτή η θεωρία περιορίζει σημαντικά την ανθρώπινη ελευθερία, αφού η σωτηρία εξαρτάται αποκλειστικά από τη θεϊκή βούληση.

5. Ο Καλύτερος των Πιθανών Κόσμων: Η Θεοδικία του Leibniz

Η άποψη του Αυγουστίνου οδήγησε σε δύο μεγάλα προβλήματα στη Δύση: την υπεράσπιση του Θεού και την υπεράσπιση της ανθρώπινης φύσης. Ο Leibniz επιχείρησε μια θεοδικία, υποστηρίζοντας ότι ο κόσμος που δημιούργησε ο Θεός είναι ο καλύτερος δυνατός. Ο Rousseau, από την άλλη, υπερασπίστηκε την ανθρώπινη φύση, θεωρώντας την καλή και αγαθή, σε αντίθεση με την αυγουστίνεια άποψη. Η θέση του Rousseau επηρέασε τον Διαφωτισμό και οδήγησε, ακραία, στις ιδέες του De Sade και του Nietzsche.

Τα δύο μεγάλα προβλήματα τα οποία ανέκυψαν στη Δύση εξαιτίας της διάδοσης των θέσεων του Αυγουστίνου, που ήδη εξετάσαμε, νομίζω πως υπήρξαν το πρόβλημα καταρχήν της υπεράσπισης του Θεού και αυτό της υπεράσπισης της φύσης (του ανθρώπου και του κόσμου) στη συνέχεια. Το πρώτο έργο το ανέλαβε ο Γερμανός φιλόσοφος Leibniz και το δεύτερο ο Γάλλος φιλόσοφος Rousseau. Κεντρικό ζήτημα στη φιλοσοφία του Leibniz είναι η συμφιλίωση της θεϊκής δικαιοσύνης με την ύπαρξη του κακού στον κόσμο. Στο έργο του «Θεοδικία», όρος που ο ίδιος επινόησε από τις ελληνικές λέξεις «θεός» και «δίκη», επιχειρεί να αναπτύξει μια αυστηρά δομημένη και ακλόνητη επιχειρηματολογία προς υπεράσπιση της θεϊκής δικαιοσύνης. Ο Γερμανός φιλόσοφος Gottfried Wilhelm Leibniz υποστήριξε ότι ο κόσμος μας είναι

« ο καλύτερος από όλους τους δυνατούς κόσμους »

gottfried-leibniz-the-best-of-all-possible-worlds-and-theodicy

Ο Θεός επέλεξε να δημιουργήσει τον κόσμο από έναν άπειρο αριθμό πιθανών κόσμων που υπήρχαν ως ιδέες στο μυαλό του έναν κόσμο όμως που περιέχει τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό συμβατών τελειοτήτων. "Θεοδικία" (Essais de Théodicée sur la bonté de Dieu, la liberté de l'homme et l'origine du mal - Δοκίμια Θεοδικίας περί της αγαθότητος του Θεού, της ελευθερίας του ανθρώπου και της προελεύσεως του κακού).
Το κακό, επομένως, είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια της δημιουργίας του καλύτερου δυνατού κόσμου. Ο Θεός είναι επομένως να είδος "βελτιστοποιητής" (optimizer) όλων των αρχικών δυνατοτήτων: Δεδομένου ότι είναι καλός και παντοδύναμος, η καλοσύνη του Θεού θα τον υποχρέωνε να πραγματοποιήσει μόνο τον καλύτερο από όλους τους πιθανούς κόσμους. Ο καλύτερος από όλους τους πιθανούς κόσμους δεν σημαίνει έναν κόσμο χωρίς κακό, αλλά μάλλον τον κόσμο με το λιγότερο δυνατό κακό.
Η ιδέα αυτή συνδέεται άμεσα με την "αρχή του επαρκούς λόγου" του Λάιμπνιτς, η οποία δηλώνει ότι για κάθε γεγονός υπάρχει ένας επαρκής λόγος για τον οποίο συνέβη και όχι κάτι άλλο. Στην περίπτωση της δημιουργίας, ο επαρκής λόγος είναι η βέλτιστη φύση του κόσμου μας, όπως επιλέχθηκε από τον Θεό. Έτσι, ο Θεός παραμένει Άγιος επιτρέποντας αυτό το κακό, επειδή είναι η απαραίτητη συνέπεια της εκπλήρωσης της υποχρέωσης του Θεού να δημιουργήσει τον καλύτερο δυνατό κόσμο που εκπληρώνει τους καλούς σκοπούς του Θεού για τη δημιουργία.

Το καλό και το κακό είναι «πολικές» έννοιες, η καθεμία απαιτεί την ύπαρξη της άλλης. Είναι δύο απαραίτητα αλληλένδετα πράγματα, και ο Θεός, αν και παντοδύναμος, δεν θα μπορούσε να βελτιώσει τον κόσμο με έναν τρόπο χωρίς να τον κάνει χειρότερο με κάποιον άλλο τρόπο. Το κακό θεωρείται επομένως ως απαραίτητη συνέπεια ή παρενέργεια που εμπλέκεται στο σχέδιο του κόσμου. Αν και ο Θεός δεν προκαλεί το κακό, εντούτοις εργάζεται μέσα στο κακό για να φέρει ένα μεγαλύτερο καλό. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε να φτάσουμε στη Γη της Επαγγελίας χωρίς να περάσουμε από την έρημο. Ο Θεός επιτρέπει το κακό για να νικήσει το κακό. Επιτρέπει το λιγότερο κακό να παράγει το ανώτερο καλό.

Ο Ρουσσώ δεν διατυπώνει μια συστηματική θεοδικία με την κλασική έννοια, όπως για παράδειγμα ο Λάιμπνιτς. Δεν προσπαθεί να αποδείξει την ύπαρξη ενός πανάγαθου και παντοδύναμου Θεού παρά την ύπαρξη του κακού στον κόσμο. Αντίθετα, η αντίληψή του για το Θεό και την ανθρώπινη φύση οδηγεί σε μια διαφορετική προσέγγιση του προβλήματος του κακού. Σύμφωνα με τον Ρουσσώ, ο άνθρωπος στη φυσική του κατάσταση είναι εγγενώς καλός και ηθικά αθώος. Το κακό εισέρχεται στον κόσμο με την κοινωνία και την ανάπτυξη της ιδιοκτησίας, που δημιουργούν ανισότητες και διαφθορά. Επομένως, το κακό δεν προέρχεται από τον Θεό, αλλά από την ανθρώπινη δράση και τις κοινωνικές δομές. Ο Θεός του Ρουσσώ είναι ένας Θεός της φύσης, μια δημιουργική δύναμη που έχει δώσει στον άνθρωπο την ελευθερία και την ικανότητα για αυτοβελτίωση. Δεν επεμβαίνει άμεσα στις ανθρώπινες υποθέσεις, αλλά έχει θεσπίσει φυσικούς νόμους που, αν ακολουθούνταν, θα οδηγούσαν στην ευτυχία. Το γεγονός ότι οι άνθρωποι επιλέγουν να αγνοήσουν αυτούς τους νόμους και να δημιουργήσουν ένα διεφθαρμένο κοινωνικό σύστημα δεν είναι ευθύνη του Θεού. Σε κάποιο βαθμό, η "θεοδικία" του Ρουσσώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια μορφή θεοδικίας της ελεύθερης βούλησης. Η ελευθερία του ανθρώπου να επιλέξει, ακόμα και να επιλέξει το κακό, είναι απαραίτητη για την ηθική του ανάπτυξη. Ο Θεός θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει αυτόματα ηθικά όντα, αλλά αυτό θα αφαιρούσε την πραγματική αξία της ηθικής. Συμπερασματικά, ο Ρουσσώ δεν προσφέρει μια τυπική θεοδικία, αλλά μετατοπίζει την ευθύνη για το κακό από τον Θεό στον άνθρωπο και τις κοινωνικές του δομές. Ο Θεός είναι η πηγή της καλοσύνης και της ελευθερίας, και η ανθρώπινη δυστυχία πηγάζει από την κακή χρήση αυτής της ελευθερίας.

6. Η Θεολογία της Διεργασίας (Process Theology): Μια Σύγχρονη Προσέγγιση

Η θεολογία της διεργασίας είναι μια σύγχρονη θεολογική τάση, στην οποία ορισμένοι Χριστιανοί θεολόγοι έχουν υιοθετήσει ως μεταφυσικό τους πλαίσιο τη φιλοσοφία του Άλφρεντ Νορθ Γουάιτχεντ (1861-1947). Είναι μια θεολογία που έχει πολλά κοινά σημεία με την πατερική και την φιλοσοφική προσέγγιση του Leibniz για το κακό. Υποστηρίζει ότι ο Θεός δεν είναι παντοδύναμος με την παραδοσιακή έννοια. Η δύναμή Του είναι πειστική παρά καταναγκαστική. Ο Θεός δεν μπορεί να εξαναγκάσει τη δημιουργία να πράξει το καλό, αλλά προσφέρει δυνατότητες και προσπαθεί να πείσει τα πλάσματά Του προς την καλύτερη επιλογή. Όταν τα πλάσματα κάνουν κάτι διαφορετικό από αυτό που ο Θεός τα πείθει να κάνουν, ο Θεός προσαρμόζεται και τους προσφέρει νέες δυνατότητες, και προσπαθεί ξανά να τα πείσει προς την καλύτερη επιλογή. Ο Θεός δεν γνωρίζει το μέλλον, αλλά αλληλεπιδρά με τον κόσμο, προσπαθώντας να πείσει τα πλάσματά του και τις διεργασίες προς αλλαγές που θα οδηγήσουν στο καλύτερο δυνατό μέλλον. Τα πιθανά μέλλοντα αλλάζουν καθώς τα πλάσματα ανταποκρίνονται και υλοποιούν τις δυνατότητες που τους προσφέρονται. Ο Θεός προσαρμόζεται και συνεχίζει να προσφέρει νέες δυνατότητες στα πλάσματά Του, και προσπαθεί ξανά να τα πείσει προς την καλύτερη επιλογή.

Η επιλογή του Θεού στην δημιουργία του κόσμου είναι μια επιλογή ανάμεσα από ένα σύνολο δυνατοτήτων. Ο Θεός θα μπορούσε να δημιουργήσει οποιονδήποτε λογικά πιθανό κόσμο, οποιονδήποτε κόσμο που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε χωρίς φαινομενική αυτο-αντίφαση. Έτσι, ο Θεός θα μπορούσε να δημιουργήσει να πολύ καλύτερο σύμπαν από αυτό, ίσως και χωρίς καθόλου πόνο. Ίσως ο Θεός πρέπει να δημιουργήσει κάποιο σύμπαν το οποίο πρέπει να έχει μια συγκεκριμένη δομή, η οποία είναι καθορισμένη αμετάβλητα στην ύπαρξη του ίδιου του Θεού. Έτσι, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε τον Θεό ως ικανό να επιθυμεί απολύτως οτιδήποτε. Ισως ο Θεός πρέπει να δημιουργήσει ένα σύμπαν ενός συγκεκριμένου είδους, επειδή αυτό είναι μέρος αυτού που είναι ουσιαστικά ο Θεός. Η επιλογή του Θεού δεν είναι μεταξύ του να μας δημιουργήσει σε αυτό το σύμπαν ή σε να καλύτερο. Δεν θα υπήρχαμε σε να καλύτερο σύμπαν. Έτσι, η επιλογή του Θεού είναι μεταξύ του να μας δημιουργήσει, σε αυτό το σύμπαν, και του να δημιουργήσει διαφορετικά είδη όντων συνολικά. Αν ο Θεός επιθυμεί ένα συγκεκριμένο σύμπαν, τότε οι ενέργειές Του θα υπόκεινται σε κάποιους περιορισμούς που επιβάλλονται από τη φύση αυτού του σύμπαντος. Ένα τέτοιο σύμπαν θα πρέπει να είναι: Ανοιχτό: ως προς τη δομή, για να επιτρέψει τόσο τις ανθρώπινες επιλογές όσο και τις θεϊκές πράξεις αποκάλυψης και ανταπόκρισης που θα χουν ελεύθερο και αυθόρμητο χαρακτήρα. Νομοτελειακό : ως προς τη βασική του οργάνωση, ώστε τα λογικά όντα να μπορούν να προβλέπουν και να ελέγχουν τον κόσμο τους, σε μεγάλο βαθμό. Αναδυόμενο : να γίνεται σταδιακά πιο σύνθετο στην οργάνωση, εάν η ίδια η ύλη πρόκειται να εξελιχθεί σε ένα συνειδητά κατευθυνόμενο μυστήριο του πνεύματος. Διασυνδεδεμένο και λεπτομερώς συντονισμένο σύστημα: εάν πρόκειται τελικά να σχηματίσει μια οργανική ενότητα ικανή να μεσολαβήσει τη θεϊκή ζωή. Το κακό προκύπτει επειδή η δημιουργία έχει ελεύθερη βούληση και δεν πείθεται πάντα από τον Θεό. Ο Λόγος και το Πνεύμα του Θεού διαμορφώνουν το σύμπαν προς την ολοκλήρωση και την κοινότητα με τον Θεό. Ο αυτοπεριορισμός του Θεού, που εκφράζεται μέσω του σταυρού του Χριστού, δείχνει την συμμετοχή Του στο κόστος της δημιουργίας, και τα στίγματα του Θεού συμβολίζουν τον πόνο Του για το κακό στον κόσμο.

7. Το Πρόβλημα του κακού και η Σύγχρονη Γενετική

«Γονοκεντρισμός: Το Νέο Πρόσχημα του Κακού στην Εποχή της Βιοτεχνολογίας» Μέσα στο κλίμα του ορθολογισμού της μετανεωτερικής μας εποχής έρχεται να αναδυθεί ο σύγχρονος θεωρητικός προβληματισμός για το κακό στο πεδίο της Γενετικής. Η πρόοδος της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας οδήγησε στην ορθολογική αναζήτηση της αιτίας του κακού εντός της ανθρώπινης φύσης, απορρίπτοντας εξωτερικές αιτίες. Συνέπεια αυτού είναι η αποδοχή, έστω και μερική, του κακού ως φυσικού στοιχείου, συνοδευόμενη από «επιστημονικές εξηγήσεις». Το κακό δεν είναι μια εξωτερική ή υπερφυσική δύναμη, αλλά μια ενσωματωμένη πτυχή της φύσης που αντικατοπτρίζει τις σκληρές πραγματικότητες της εξέλιξης και της επιβίωσης.

Μια τάση εξετάζει την ηθική υπό το πρίσμα της εξελικτικής ψυχολογίας (Robert Wright), υποστηρίζοντας ότι κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά, ακόμα και η ηθική, πηγάζει από την εξελικτικά διαμορφωμένη επιθυμία για επιβίωση, όπως αυτή καθορίζεται από τη φυσική επιλογή. Χρησιμοποιώντας τη θεωρία του Δαρβίνου, δείχνει πώς η φυσική επιλογή διαμόρφωσε όχι μόνο το σώμα μας, αλλά και τον τρόπο σκέψης, τα συναισθήματα και τις κοινωνικές μας σχέσεις. Η ηθική, όπως την αντιλαμβανόμαστε, αντιτίθεται στην εξελικτική λογική, η οποία καθορίζεται από τα γονίδια και το περιβάλλον. Τα γονίδια είναι αυτά που επιδιώκουν την επιβίωση με κάθε τρόπο, κυρίως μέσω: 1) Εχθρότητας προς τους ξένους, 2) Συνεργασίας με τους οικείους και 3) Εξαπάτησης. (Lyall Watson). Η αποδοχή αυτής της εξελικτικής βάσης της ηθικής, καταλήγει, θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη ανοχή και κατανόηση. Για μερικούς ακόμη και η αλτρουιστική συμπεριφορά και η αυτοθυσία σε αυτή την οπτική, ερμηνεύεται ως μια μορφή εξελικτικά ωφέλιμου εγωισμού, γενετικά προσδιορισμένη ενω για άλλους ισως αποτελεί μια μικρή απόκλιση απο την φυσική επιλογη και μια ανεπαίσθητη, αλλά ουσιαστική, διαφορά μεταξύ ανθρώπων και ζώων.

7. Συμπεράσματα

Η ύπαρξη του κακού στον κόσμο παραμένει ένα μυστήριο που προκαλεί ταυτόχρονα πνευματικό αγώνα και φιλοσοφική ανάλυση. Οι διαφορετικές θεοδικίες προσφέρουν ενδιαφέρουσες προοπτικές, αλλά καμία δεν είναι πλήρως ικανοποιητική. Ο Αυγουστίνος υπογραμμίζει τη δραστική επίδραση της αμαρτίας, ο Ειρηναίος τονίζει την αναγκαιότητα της δοκιμασίας για την ωρίμανση, ο Λάιμπνιτς εστιάζει στη θεϊκή σοφία, και η σύγχρονη θεολογία αναδεικνύει τη συμμετοχή του Θεού στον πόνο. Απ΄όλες αυτές τις προσεγγίσεις που έχουν προταθεί κάποιες έχουν κριθεί πειστικές από πολλούς πιστούς, προσφέροντας πνευματική ικανοποίηση και ενισχύοντας την πίστη τους παρά την ύπαρξη του κακού. Ωστόσο, καμία πνευματική εξήγηση δεν μπορεί να απαλύνει τον πραγματικό ανθρώπινο πόνο και την οδύνη. Τελικά, η χριστιανική απάντηση βρίσκεται στον Σταυρό, όπου ο Θεός δεν απλώς παρατηρεί, αλλά συμμετέχει στην ανθρώπινη ταλαιπωρία, προσφέροντας ελπίδα για μια τελική λύτρωση. Όπως αναφέρεται στο κείμενο: «Όλο το σημερινό κακό θα οδηγήσει τελικά στο καλό». Ο αγώνας για την κατανόηση του κακού και του πόνου είναι συνεχής. Κανένας άνθρωπος δεν έχει την πλήρη απάντηση ή κατανόηση για οποιαδήποτε περίπτωση κακού και πόνου. Γι' αυτό πρέπει να θυμόμαστε ότι ο Θεός έχει δώσει στους πιστούς μια γεύση από τη ζωή που έρχεται για όσους τον αγαπούν και αποστρέφονται το κακό. «[Ο Θεός] θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, και ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια — ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος, γιατί τα πρώτα [πράγματα] παρήλθαν» (Αποκάλυψη 21:4, ΝΜΒ).

Παραπομπές

1. Αυγουστίνος, Η Πόλη του Θεού.
2. Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων.
3. Λάιμπνιτς, Γ.Β., Θεοδικία.
4. Hick, John, Evil and the God of Love.
5. Griffin, God, Power, and Evil
6. Process Theology, Stanford Encyclopedia of Philosophy.
7. Robert Wright «The Moral Animal : Why We Are the Way We Are: The New Science of Evolutionary Psychology (1994)»
8. Lyall Watson "Dark Nature: A Natural History of Evil" (1996)

Irenaeus of Lyons

Ο Ειρηναίος πιθανότατα γεννήθηκε γύρω στο 125. Ως νέος στη Σμύρνη (κοντά στην Έφεσο, στη σημερινή δυτική Τουρκία) άκουσε το κήρυγμα του Πολύκαρπου, ο οποίος ως νέος είχε ακούσει το κήρυγμα του Αποστόλου Ιωάννη. Πέθανε γύρω στο 202. Είναι επομένως ένας σημαντικός σύνδεσμος μεταξύ της αποστολικής εκκλησίας και των μεταγενέστερων χρόνων, καθώς και ένας σημαντικός σύνδεσμος μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού Χριστιανισμού. Tο κύριο έργο του είναι η διάψευση των αιρέσεων, μια υπεράσπιση του ορθόδοξου χριστιανισμού ενάντια στους Γνωστικούς αντιπάλους του. Ένα συντομότερο έργο του είναι η Απόδειξη του Αποστολικού Κηρύγματος, μια σύντομη περίληψη της χριστιανικής διδασκαλίας, που ασχολείται σε μεγάλο βαθμό με τον Χριστό ως την εκπλήρωση της προφητείας της Παλαιάς Διαθήκης.

Augustine of Hippo

Αυγουστίνος του Ιππώνος (13 Νοεμβρίου 354 - 28 Αυγούστου 430) ήταν θεολόγος και φιλόσοφος βερβερικής καταγωγής και επίσκοπος του Hippo Regius στη Νουμιδία της Ρωμαϊκής Βόρειας Αφρικής. Τα γραπτά του επηρέασαν βαθιά την ανάπτυξη της δυτικής φιλοσοφίας και του δυτικού χριστιανισμού, και θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους Πατέρες της Εκκλησίας της Λατινικής Εκκλησίας κατά την Πατερική περίοδο. Τα πολλά σημαντικά έργα του περιλαμβάνουν το The City of God, το On Christian Doctrine και το Confessions

John Hick

John Harwood Hick (20 Ιανουαρίου 1922 – 9 Φεβρουαρίου 2012) ήταν αγγλικής καταγωγής φιλόσοφος της θρησκείας και θεολόγος που δίδαξε στις Ηνωμένες Πολιτείες για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του. Στη φιλοσοφική θεολογία συνεισέφερε στους τομείς της θεοδικίας, της εσχατολογίας και της χριστολογίας και στη φιλοσοφία της θρησκείας συνέβαλε στους τομείς της επιστημολογίας της θρησκείας και του θρησκευτικού πλουραλισμού.

Leibniz

Ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς ( 1 Ιουλίου 1646 – 14 Νοεμβρίου 1716) ήταν Γερμανός πολυμαθής που δραστηριοποιήθηκε ως μαθηματικός, φιλόσοφος, επιστήμονας και διπλωμάτης. Ο Λάιμπνιτς αποκαλείται η «τελευταία παγκόσμια ιδιοφυΐα» λόγω της τεράστιας τεχνογνωσίας του σε διάφορους τομείς, η οποία έγινε σπάνια μετά τη ζωή του με την έλευση της Βιομηχανικής Επανάστασης και την εξάπλωση της εξειδικευμένης εργασίας. Είναι εξέχουσα προσωπικότητα τόσο στην ιστορία της φιλοσοφίας όσο και στην ιστορία των μαθηματικών. Έγραψε έργα φιλοσοφίας, θεολογίας, ηθικής, πολιτικής, νομικής, ιστορίας, φιλολογίας, παιχνιδιών, μουσικής και άλλων μελετών. Ο Leibniz συνέβαλε επίσης σημαντικά στη φυσική και την τεχνολογία και διατύπωσε έννοιες που εμφανίστηκαν πολύ αργότερα στη θεωρία των πιθανοτήτων, τη βιολογία, την ιατρική, τη γεωλογία, την ψυχολογία, τη γλωσσολογία και την επιστήμη των υπολογιστών

Το Αίνιγμα του Κακού : Μια Φιλοσοφική και Θεολογική Προσέγγιση

15 Απριλίου 2025